Κυκλοφόρησαν ἤδη τά ἡμερολόγια τῆς Μητροπόλεώς μας τοῦ ἔτους 2018 καί εἶναι στή διάθεση τῶν χριστιανῶν μας. Τό ἡμερολόγιο «τσέπης» εἶναι ἀφιερωμένο στό Μυστήριο τοῦ Θανάτου. Ἀκολουθεῖ ἡ ἀφιέρωση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας.
*
«Ὁ θάνατος ἀποτελεῖ ἕνα συγκλονιστικό γεγονός, μιά ὀδυνηρή πραγματικότητα στή ζωή μας. Ἡ παρουσία του ἀπαρχῆς γέμιζε τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου μέ φόβο καί ἔφερνε τή σκέψη του σέ ἀπορία καί ἀδιέξοδο. «Ὄντως φοβερώτατον τό τοῦ θανάτου μυστήριον…», ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός στά περίφημα Ἰδιόμελά του πού ψάλλουμε στή Νεκρώσιμη Ἀκολουθία, ἐκφράζοντας ἔτσι τό πανανθρώπινο δέος ἐνώπιον τοῦ θανάτου.
Πραγματικότητα, λοιπόν, τραγική. Φαινόμενο καθολικό. Γεγονός πού μᾶς συγκλονίζει. Γεννηθήκαμε; Ἤρθαμε στόν κόσμο αὐτό; Τά μάτια μας ἀντίκρισαν τό φῶς τοῦ ἥλιου καί τίς ὀμορφιές τῆς γῆς; Μιά μέρα ὁπωσδήποτε θά πεθάνουμε. Θά φύγουμε ἀπό τόν παρόντα κόσμο. Καί τά μάτια μας, πού τώρα ἀκτινοβολοῦν τή δύναμη καί τήν ὀμορφιά τῆς ζωῆς, κάποτε θά ἀκινητοποιηθοῦν καί θά κλείσουν. Κανείς μά κανείς ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν διέφυγε τό δόκανο τοῦ θανάτου.
* * *
Πῶς προῆλθε ὁ θάνατος; Πῶς μπῆκε στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου; Ὁ θάνατος εἶναι ὁ πικρός καρπός καί ἡ τραγική συνέπεια τῆς ἁμαρτίας· τῆς ἀποστασίας καί τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ Παλαιά Διαθήκη μᾶς βεβαιώνει ὅτι«φθόνῳ διαβόλου θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τόν κόσμον» (Σοφ. Σολ. 2,24). Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει : «Δι᾽ ἑνός ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία εἰς τόν κόσμον εἰσῆλθε καί διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος» (Ρωμ. 5,12).
Ὁ θάνατος δέν εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστασίας μας, τῆς αὐτονομημένης ζωῆς ἀπό τόν ζῶντα καί ἀληθινό Θεό, πού προτιμήσαμε νά ζήσουμε. Ὅπως διδάσκει ὁ Μέγας Βασίλειος —καί ἡ γνώμη του ἐκφράζει ὅλη τήν Πατερική Παράδοση—, «οὐχί Θεός ἔκτισε θάνατον, ἀλλ᾽ ἡμεῖς ἑαυτοῖς ἐκ πονηρᾶς γνώμης ἐπεσπασάμεθα».
* * *
Πῶς ἀντιμετωπίζουμε οἱ ἄνθρωποι τόν θάνατο; Μιά μεγάλη κατηγορία βλέπουν τόν θάνατο σάν ἕνα φυσικό φαινόμενο καί μόνο· σάν τό τέρμα τῆς ζωῆς καί τήν ἐπιστροφή στό μηδέν καί στήν ἀνυπαρξία. Δέν πιστεύουν σέ μεταθανάτια ζωή. Δέν αἰσθάνονται μεταφυσική δίψα. Δέν ὑπάρχει μέσα τους ἐλπίδα, πόθος σωτηρίας.
Ἄλλοι ἄνθρωποι θέλουν νά ἀγνοοῦν τόν θάνατο. Τόν ἀντιπαρέρχονται ἠθελημένα. Σκέπτονται τά πάντα. Ὑπολογίζουν λεπτομέρειες. Προγραμματίζουν τή ζωή τους σχολαστικά. Μόνο τόν θάνατο ἐπιμένουν νά ἀγνοοῦν. Νά μήν τόν σκέπτονται. Νά μή λαμβάνουν ὑπόψη τους τή βέβαιη ἔ λευσή του.
Καί μιά τρίτη κατηγορία : Εἶναι αὐτοί πού φοβοῦνται, πού τρέμουν τόν θάνατο. Στή σκέψη ὅτι θά πεθάνουν μιά μέρα, παραλύουν ἀπό φόβο. Βλέπουν νεκροφόρα καί στρέφουν ἀλλοῦ τό πρόσωπό τους. Καί ὅταν ἡ ἀνάγκη τό ἐπιβάλει, τούς εἶναι ἀδύνατον νά δρασκελίσουν τά κατώφλι τοῦ νεκροταφείου. Ἡ ἰδέα τοῦ θανάτου γεμίζει τήν ψυχή τους μέ ἀπελπισία καί τρόμο.
* * *
Πῶς οἱ χριστιανοί ἀντιμετωπίζουμε τόν θάνατο; Πῶς θά πρέπει νά προετοιμαζόμαστε γιά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου μας ἀπό τόν παρόντα κόσμο. Τό πρώτιστο εἶναι νά ἔχουμε ὀρθή, δηλαδή πράγματι χριστιανική, ἀντίληψη γιά τόν θάνατο. Ὁ θάνατος ἀποτελεῖ μιά ἀδιαμφισβήτητη καί ἀναπότρεπτη πραγματικότητα στή ζωή μας. Δέν εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ. Προῆλθε ἀπό τήν ἁμαρτία. Εἶναι ἡ τραγική συνέπεια τῆς ἀποστασίας μας ἀπό τόν ζῶντα καί ἀληθινό Θεό.
Ὅμως ὁ θάνατος, μέ τόν θάνατο καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νικήθηκε. «Θανάτου θάνατος ὁ Αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) θάνατος γέγονε», ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἔχασε τή δύναμη καί τήν ἀποκρουστικότητά του. Γίνεται κατά τόν Μέγα Βασίλειο «ζωῆς ἀφορμή»· γέφυρα μέ τήν ὁποία περνᾶμε ἀπό τά πρόσκαιρα στά αἰώνια καί ἀπό τά φθαρτά στά ἄφθαρτα. Τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ μᾶς διαλύει τή μαυρίλα τοῦ θανάτου. Καί ἡ ἐλπίδα τῆς κοινῆς ἀναστάσεως καί τῆς αἰώνιας ζωῆς μεταβάλλει τόν θάνατο σέ ὕπνο.
Ἕνα δεύτερο στοιχεῖο εἶναι νά θυμόμαστε πώς θά πεθάνουμε· πώς κάποια στιγμή θά φύγουμε ἀπό τήν παρούσα ζωή. Οἱ χριστιανοί δέν τρέμουμε μπροστά στόν θάνατο. Δέν τόν φοβόμαστε. Δέν προσπαθοῦμε νά τόν ἀπωθήσουμε ἀπό τόν ὁρίζοντα τῆς ζωῆς μας. Ἀντίθετα, τόν σκεπτόμαστε· διατηροῦμε μέσα στίς καρδιές μας αὐτό πού οἱ Πατέρες μας ὀνομάζουν μνήμη θανάτου. «Πᾶσαν ὥραν», διδάσκει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, «μνημόνευε τῆς ἐξόδου σου· ἔχε καθ᾽ ἡμέραν πρό ὀφθαλμῶν τόν θάνατον».
Ἡ στάση αὐτή δέν ὑποδηλώνει μιά κάποια ὑποτίμηση πρός τήν παρούσα ζωή, ἀλλά μιά βαθιά ρεαλιστική ἀντιμετώπιση τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου. Καί ἡ μνήμη αὐτή τοῦ θανάτου γίνεται ἀνασχετικός φραγμός πού μᾶς ἐμποδίζει ἀπό τό νά ἁμαρτάνουμε. «Μιμνήσκου τά ἔσχατά σου», συμβουλεύει ὁ σοφός Σειράχ, «καί εἰς τόν αἰῶνα οὐχ ἁμαρτήσεις» (Σοφ. Σειρ. 7,36).
Οἱ πιστοί ἀκόμη προετοιμαζόμαστε γιά τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας. Γνωρίζουμε ὅτι ὁπωσδήποτε θά πεθάνουμε· ὅμως ἀγνοοῦμε τόν χρόνο, τό πότε ἀκριβῶς ὁ Κύριος θά μᾶς καλέσει κοντά Του. Γι᾽ αὐτό καί ἐπιδιώκουμε νά εἴμαστε πάντοτε ἕτοιμοι. Ὁλόκληρη ἡ ζωή μας, ὁ καθημερινός ἀγώνας μας ἀποβλέπει στό νά εὑρεθοῦμε ἕτοιμοι κατά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου μας ἀπό τόν παρόντα κόσμο. Καί περιεχόμενο αὐτῆς τῆς ἑτοιμασίας μας δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ὁ ἀγώνας νά ζοῦμε κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Παράλληλα, καθημερινά, σέ κάθε λατρευτική σύναξή μας, παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά μᾶς χαρίσει «χριστιανά τά τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν…».
* * *
Ἰδιαίτερη φροντίδα οἱ χριστιανοί καταβάλλουμε γιά νά προετοιμάσουμε γιά τήν ἔξοδό τους ἀπό τήν παρούσα ζωή τούς ἑτοιμοθανάτους ἀδελφούς μας, συγγενεῖς ἤ φίλους μας.
Ἀσφαλῶς δέν τρομοκρατοῦμε κανένα μέ τήν ἀπειλή τοῦ ἐπερχομένου θανάτου· ἀλλά καί δέν ἀποσιωποῦμε ἀφελῶς αὐτό πού μέλλει νά συμβεῖ, ἀραδιάζοντας παραμύθια καί ψεύτικες παρηγοριές.
Μέ ἀγάπη καί τέχνη εἰσηγούμαστε τήν ἀνάγκη γιά μιά καλή ἐξομολόγηση. Νά ἔρθει πνευματικός ἱερεύς γιά νά ἐξομολογήσει τόν γέροντα ἤ τόν ἄρρωστό μας. Εἶναι ἀπαράδεκτο ἐμεῖς οἱ χριστιανοί νά ἀνεχόμαστε ἤ —ἀκόμη χειρότερα— νά καλλιεργοῦμε τήν ἀνόητη ἀντίληψη ὅτι ὁ ἐρχομός τοῦ ἱερέως σημαίνει πώς ἔφθασε ἡ ὥρα τοῦ θανάτου!
Μέ τήν ἐξομολόγηση πού προηγεῖται καί τή θεία κοινωνία πού ἀκολουθεῖ, προετοιμάζουμε τόν ἄνθρωπό μας γιά τό μεγάλο ταξίδι. Καί τά δύο αὐτά —ἐξομολόγηση καί μετάληψη— πρέπει νά γίνουν ὅταν ὁ γέροντας ἤ ὀ ἀσθενής εἶναι ἀκόμη καλά, ἔχει διαύγεια πνεύματος καί τό ἐπιθυμεῖ καί ὁ ἴδιος. Ὅταν πλέον πνέει τά λοίσθια ἤ ἔχει περιπέσει σέ κῶμα εἶναι ἀνώφελο. Καί ἡ εὐθύνη μας γι᾽ αὐτή τήν ἀμέλεια εἶναι μεγάλη.
* * *
Ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας ἀφιερώνει τό ἐφετινό ἡμερολόγιο στό μυστήριο τοῦ θανάτου γιά νά ὑπενθυμίσει σέ ὅλους τούς χριστιανούς, πού συγκροτοῦν τό θεοφιλές πλήρωμά της, ἕνα γεγονός, ὅπως ὁ θάνατός μας, πού συχνά πολλοί τό λησμονοῦμε.
Εἴμαστε φθαρτοί. Ἀργά ἤ γρήγορα —πότε ἀκριβῶς, μόνο ὁ Θεός τό γνωρίζει— θά βρεθοῦμε ὅλοι μας ἀντιμέτωποι μέ τήν πραγματικότητα τοῦ θανάτου. Ἡ μεγάλη ὥρα θά ἔρθει ὁπωσδήποτε καί γιά μᾶς. Καί θά ἔρθει ξαφνικά καί ἀπροειδοποίητα!
* Ὀφείλουμε νά μή φοβόμαστε τόν θάνατο.
* Νά σκεπτόμαστε καθημερινά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου μας ἀπό τόν παρόντα κόσμο.
* Νά προετοιμαζόμαστε μέ φόβο Θεοῦ γιά τή μεγάλη αὐτή στιγμή.
* Καί νά παρακαλοῦμε μέ θέρμη τόν ἀγαθό καί φιλάνθρωπο Κύριο νά μᾶς παραλάβει «ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει».