Του Μητροπολίτη Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Γενικού Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Τα Χριστούγεννα δίδουν σέ όλους μας τή μοναδική ευκαιρία νά αναβαπτίσουμε τήν ύπαρξή μας στό μυστήριο τής αγάπης τού Θεού, χω-ρίς τό οποίο δέν μπορεί νά φωτισθεί καί προσεγγισθεί τό μυστήριο τού ανθρώπου.
Άν παραμερίσουμε τόν ορθολογισμό καί σκεπτικισμό μας, τήν υπερηφάνεια καί αυτάρκεια τού ανθρώπου πού νομίζει ότι όλα τά εξηγεί καί κατορθώνει, τήν αγωνιώδη μέριμνα τού βίου, τή ρουτίνα πολλών καθημερινών ματαίων πράξεων καί επιδιώξεων πού κατατρώγουν τή ζωή μας, τά πάθη καί τίς αδυναμίες μας, καί προσέλθουμε στό σπήλαιο τής Βηθλεέμ μέ ταπείνωση καί απλότητα, θά αποκαλυφθεί καί σέ μάς τό μεγάλο καί μοναδικό μυστήριο πού συντελείται εκεί.
Δέν μπορεί κανείς νά προσεγγίσει τό μυστήριο αυτό άν δέν μετανοήσει, δηλαδή άν δέν αλλάξει νού, άν δέν παύσει νά βλέπει τά πράγματα από τή στενή καί φτωχή προοπτική τού αρρωστημένου από τόν εγωϊσμό ανθρώπου, γιά νά τά δεί μέσα στήν αιώνια καί άπειρη προοπτική τού Θεού.
Όταν μιλάμε γιά τή Σάρκωση τού Θεού Λόγου, ως μυστήριο πρέπει νά τήν αντιλαμβανόμαστε καί ως μυστήριο πρέπει νά τήν προσεγγίζουμε, γιατί όλα τά γεγονότα τής Ενανθρωπήσεως, τής Σαρκώσεως τού Λόγου τού Θεού έγιναν μέ θαυμαστό τρόπο πού ξεπερνά τό νού ανθρώπου. Οι Πατέρες τής Εκκλησίας λένε ότι, εάν η θεία Ενανθρώπηση ήταν καταλη-πτή, δέν θά ήταν θεία καί παρομοιάζουν όσους αμφιβάλλουν ή δέν πι-στεύουν, μέ εκείνον πού καθόταν στό σκοτάδι καί πληρώθηκε από φώς, επειδή όμως δέν γνώριζε τό πώς ήλθε τό φώς, δέν δέχθηκε τό φωτισμό.
Άν πιστεύαμε μόνο σέ όσα μπορούσαμε νά αντιληφθούμε μέ τή γνώση, τότε δέν θά έπρεπε νά υπάρχει τίποτε πέρα απ’ αυτά πού ο νούς μας συλλαμβάνει καί προπαντός δέν θά έπρεπε νά υπάρχει ο ακατάληπτος Θεός, εφ’ όσον ο ανθρώπινος νούς αδυνατεί νά Τόν αντιληφθεί. Είναι λοιπόν τολμηρό νά ερωτάμε πώς ο Θεός έγινε άνθρωπος καί νά προσπα-θούμε μέ τή διάνοιά μας νά τό εξιχνιάσουμε, όταν αγνοούμε ακόμη καί γιά τόν εαυτό μας πώς γίναμε άνθρωποι, πώς η νοερά ψυχή μας είναι συνδεδεμένη μέ τό σώμα μας. Γι’ αυτό ο μόνος τρόπος προσεγγίσεως στό μυστήριο τής Ενανθρωπήσεως καί Σαρκώσεως τού Θεού είναι η πίστη στήν παντοδυναμία τής θελήσεως καί τής αγάπης τού Θεού.
Η εορτή τών Χριστουγέννων πού αποτελεί ως γεγονός «σεισμόν γής», κατά τήν χαρακτηριστική έκφραση τού Αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου, είναι τό κεντρικό μυστήριο όλης τής Θείας Οικονομίας. Η δημιουργία καί η σωτηρία, όλη η ελεημοσύνη καί η φιλανθρωπία τής Αγίας Τριάδος, ανακεφαλαιώνονται στόν Θεάνθρωπο Χριστό, πού μέ τή Σάρκωσή Του κι όλα τά μυστήρια τής ένσαρκης παρουσίας Του, απεκάλυ-ψε τή χριστολογική καί χριστοκεντρική ρίζα καί προοπτική κάθε πραγμα-τικότητας καί ολόκληρης τής πραγματικότητας.
Έτσι εξηγείται γιατί τά Χριστούγεννα εορτάζονται καί πανηγυρίζονται ως «τά σωτήρια τού κόσμου, η γενέθλιος ημέρα τής ανθρωπότητος, η κοινή εορτή πάσης τής κτίσεως» (Μέγας Βασίλειος). Επειδή, ο «επιδημήσας Λόγος τού Θεού εκέ-νωσεν εαυτόν, ίνα τώ κενώματι αυτού πληρωθή ο κόσμος». «Επειδή ο Θεός», λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «μάς έδωσε νά κοινωνήσουμε τό κα-λύτερο καί δέν τό φυλάξαμε, γι’ αυτό μεταλαβαίνει τό χειρότερο, εννοώ τή φύση μας, ώστε από τή μιά μεριά νά ανακαινίση τόν εαυτό Του καί μέ τόν εαυτό Του τό κατ’ εικόνα καί καθ’ ομοίωσιν, καί από τήν άλλη νά διδάξει καί σέ μάς τήν ενάρετη πολιτεία, αφού μέ τόν εαυτό Του τήν έκαμε σέ μάς δυνα-τή.
Νά μάς ελευθερώσει από τή φθορά μέ τήν κοινωνία τής ζωής γενόμενος απαρχή τής αναστάσεώς μας. Νά ανακαινίσει τό σκεύος πού αχρειώθηκε καί κομματιάστηκε, νά μάς λυτρώσει από τήν τυραννία τού δια-βόλου, μέ τό νά μάς καλέσει στή θεογνωσία καί νά τόν νεκρώσει, νά μάς μάθει νά παλεύουμε αποτελεσματικά μέ τόν τύραννο, οπλισμένοι μέ υπομονή καί ταπείνωση». Ο Θεός έγινε τέλειος καί αληθινός άνθρωπος, «άνθρωπος εν πληγή», «εν δούλου μορφή», χωρίς νά πάψει νά είναι τέλειος καί αληθινός Θεός, γιά νά κάνει τόν άνθρωπο πλήρη καί τέλειο υιό τού Θεού καί Θεό κατά χάριν.
«Ο Θεός πτωχεύει τήν εμήν σάρκα, ίνα εγώ πλουτήσω τήν αυτού Θεότητα…. κενούται τής εαυτού δόξης επί μικρόν, ίνα εγώ τής εκείνου μεταλάβω πληρώσεως».
Ο Χριστός γεννιέται και ανακλίνεται πραγματικά στήν Εκκλησία, καί στό λίκνο τής καρδιάς μας, πού είναι λίκνο τών αλόγων παθών «θέλων ρύσασθαι ημάς εκ τής αλογίας». Η φάτνη τής σαρκώσεως γίνεται τό θυσιαστήριο τού κόσμου από τό οποίο προσφέρεται ο άρτος τού Λόγου τού Θεού ως τροφή τών λαών τής γής διότι στό μυστήριο τών Χριστου-γέννων θεάται, προσκυνείται καί δοξάζεται ολόκληρη η σωτηρία. Αυτό είναι τό μυστήριο πού μπορούν νά θαυμάζουν όσοι μπορούν νά αναγνω-ρίζουν τή μεγαλειότητα στήν ταπείνωση, τόν πλούτο στήν φτώχεια, τήν ελευθερία στήν υπακοή.
Ο Θεός μας έρχεται νά κενωθεί, νά πτωχεύσει, νά κριθεί, νά σταυ-ρωθεί, νά κατέλθει στόν Άδη, νά αναστηθεί καί νά αναληφθεί, γιά νά φανερώσει μέ όλο αυτό τό μυστήριο τής κένωσής Του, ότι δέν είναι δύ-ναμη, ισχύς, αυθεντία, κυριαρχία, νομοθεσία, καταδίκη, τιμωρία, εκδί-κηση. Έρχεται, μέ άλλα λόγια, νά σώσει στήν αγάπη καί μέ τήν αγάπη Του τόν άνθρωπο, νά βαστάξει όλες τίς ασθένειές μας καί νά σηκώσει όλα τά αγνοήματα καί ανομήματά μας, νά μεταμορφώσει όλες τίς απελπιστι-κά ανθρώπινες καταστάσεις σέ γνώση τής δυνάμεως τής Αναστάσεώς Του.
Τό παιδίον Ιησούς είναι από τή στιγμή τής Γέννησής Του ο Αμνός τής σφαγής, «ο αίρων τήν αμαρτίαν τού κόσμου». Αυτό σημαίνει πώς δέν νοείται Σάρκωση χωρίς τό Σταυρό καί τό θάνατο. Τό μυστήριο τών Χρι-στουγέννων κατανοείται στίς αληθινές του διαστάσεις μόνο κάτω από τό μυστήριο τού Σταυρού. Η ορθόδοξη θεολογία τής Ενανθρώπησης τού Κυρίου δέν μπορεί νά οικοδομηθεί χωρίς τήν Θεολογία τού Σταυρού. Αλλά καί μιά Θεολογία τού Σταυρού χωρίς τήν Θεολογία τής Αναστάσεως είναι τραγικά ελλιπής καί εύκολα οδηγεί σέ μιά «θεολογία τού θανά-του τού Θεού».
Μέσα από τήν καρδιά μου σάς εύχομαι ευλογημένα Χριστούγεννα καί ένα Νέο Χρόνο μέ ημέρες υγείας, ελπίδας, προσδο-κίας, αντίστασης, καλωσύνης, χαράς ειρήνης, ενθουσιασμού, ηλιό-λουστες από τό φώς καί τήν αγάπη τού Θεού.
Ο Θεός είναι μαζί μας! Κανέναν καί τίποτα μή φοβάσθε! Ποτέ μή φοβάσθε! Χρόνια σας πολλά καί ευλογημένα!
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, πάντων τών ευσεβών καί ορθοδόξων Χριστιανών.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τών Επισκόπων μας, τών Ιερέων μας, τών Μοναχών καί Μοναζουσών.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τών εν ασθενείαις κατακειμένων καί τών έν θλίψεσιν αδελφών ημών.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τών ιατρών καί τού νοσηλευτικού προσωπικού τών Νοσοκομείων, τών κυκλούντων μετά φροντίδος καί επιστήμης τούς ασθενείς αδελφούς ημών.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τών πτωχών και ορφανών.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τής νεολαίας σου.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τών ανέργων καί τών δεινώς δοκιμαζομένων εν τή πανδημία ταύτη.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τών διακονούντων ημίν, τών μισούντων καί αγαπώντων ημάς.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, τών προαπελθόντων πατέρων, αδελφών, γονέων, συζύγων, τέκνων, φίλων καί διδασκάλων ημών.
Mνήσθητι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο εν σπηλαίω τεχθείς καί εν φάτνη ανακληθείς, καί τής εμής αναξιότητος.
Κύριε, ελέησον ημάς! Κύριε, ελέησον ημάς!
Κύριε, ελέησον ημάς!
Δόξα Σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι!