Από την Ιστοσελίδα της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Καρέα ΕΔΩ
Σύντομος βίος
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Πατέρες καί διδασκάλους τῆς μυστικῆς καί νηπτικῆς θεολογίας καί τῆς δογματικῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Καταγόταν ἀπό ἀριστοκρατική καί πλούσια γενιά. Οἱ γονεῖς του προέρχονταν ἀπό τήν Μ. Ἀσία. Μέ τήν προσπέλαση ὅμως τῶν Τούρκων στά Βυζαντινά ἐδάφη, ἀναγκάστηκαν νά ἐγκαταλείψουν τήν πατρίδα τους καί νά ἐγκατασταθοῦν στήν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου ἔφτασε σέ μεγάλα ἀξιώματα καί ἔγινε Συγκλητικός. Ἀλλά ἡ πίστη του καί ἡ ἀγάπη του γιά τό Θεό, δέν τόν ἄφηναν νά προσφερθεῖ ὁλοκληρωτικά στά κοσμικά ἀξιώματα καί στίς τιμές.
Ἀντίθετα πολλές φορές λειτουργοῦσαν εἰς βάρος τῶν πολιτειακῶν του ὑποχρεώσεων. Διηγοῦνται χαρακτηριστικά οἱ βιογράφοι ὅτι κάποτε, σέ μιά συνεδρίαση τῆς Συγκλήτου, ἦταν βυθισμένος σέ βαθιά προσευχή, ἐνῶ τό θέμα ἦταν πολύ σοβαρό καί ἡ συζήτηση ὀξεία. Ὁ αὐτοκράτορας, πού ἰδιαίτερα ὑπολόγιζε τή γνώμη του, στράφηκε πρός τό μέρος του γιά νά ζητήσει τή γνώμη του. Ὁ Συγκλητικός ὅμως προσευχόταν καί βρισκόταν σέ ἄλλους κόσμους. Ὁ αὐτοκράτορας συγκινήθηκε ἀπό τό θέαμα καί δέν τόλμησε «νά τόν κατεβάσει ἀπό τόν οὐρανό».
Ὁ Γρηγόριος γεννήθηκε τό 1296 μ.Χ. καί μεγάλωσε στήν αὐτοκρατορική αὐλή. Πολύ νωρίς, σέ ἡλικία μόλις ἑπτά ἐτῶν, ἔμεινε ὀρφανός ἀπό πατέρα, ἀλλά παρέμεινε κάτω ἀπό τήν προστασία καί τήν προσωπική ἐπίβλεψη τοῦ αὐτοκράτορα. Ὅταν τελείωσε τή βασική ἐκπαίδευση, ὁ αὐτοκράτορας τοῦ ἔδωσε τή δυνατότητα νά παρακολουθήσει στό Πανεπιστήμιο φιλοσοφικές σπουδές. Ἐδῶ ὁ Γρηγόριος διακρίθηκε τόσο γιά τή μεγάλη διάνοιά του, ὅσο καί γιά τή βαθιά ἐπιμέλεια καί ἐπίδοσή του στό φιλοσοφικό καί θεολογικό χῶρο. Ἀναφέρεται ὅτι κάποτε τοῦ ἀνέθεσαν νά κάνει μιά διάλεξη στά ἀνάκτορα, ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα καί ὅλων τῶν ἐπισήμων καί τῶν ἐκπροσώπων τῶν τεχνῶν καί τῶν γραμμάτων, μέ θέμα τή ζωή καί τή σκέψη τοῦ Ἀριστοτέλη. Ἡ ἐπιτυχία του ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε ὁ δάσκαλός του εἶπε, μπροστά σ᾽ ὅλο τό πλῆθος, πώς ἄν παρευρισκόταν στή διάλεξη ὁ ἴδιος ὁ Ἀριστοτέλης, ἀσφαλῶς θά τόν χειροκροτοῦσε γιά τήν παρουσίαση πού τοῦ ἔκανε.
Ὅπως καί τόν πατέρα του, οἱ ἐπιτυχίες καί τά ἀξιώματα δέν τόν μεθοῦσαν. Ἀλλοῦ εἶχε αὐτός τό «ὄμμα τῆς ψυχῆς» στραμμένο. Ἡ φλογερή ἀγάπη του γιά τό Θεό τοῦ σκίαζε τή λάμψη τῆς κοσμικῆς δόξας. Ἔτσι σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν, ἀφοῦ πρῶτα ἐνέπνευσε στίς ἀδερφές καί στή μητέρα του τήν ἀγάπη γιά τή μοναχική ζωή καί τήν ἀπόφαση νά ἀφήσουν τόν κόσμο, ἀναχώρησε μαζί μέ τά τρία ἀδέρφια του καί ἐγκαταστάθηκαν στή φημισμένη Μονή, πού βρισκόταν στό ὄρος Παπίκιο, μεταξύ Μακεδονίας καί Θράκης.
Ἡ φήμη ὅμως τῶν Ἁγιορειτῶν μοναχῶν καί ὅσα ὁ ἴδιος εἶχε ἀπό παιδί ἀκόμα ἀκούσει, ἀπό τούς μοναχούς πού ἐπισκέπτονταν κατά καιρούς τήν Κωνσταντινούπολη, τόν ἔφεραν γρήγορα στό ποθητό Ἀθωνίτικο περιβάλλον. Ἀρχικά ἐγκαταστάθηκε σ᾽ ἕνα ἐρημητήριο κοντά στό Βατοπέδι, κάτω ἀπό τήν ὑπακοή καί τήν πνευματική καθοδήγηση κάποιου σπουδαίου ἀσκητῆ πού ὀνομαζόταν Νικόδημος. Πολύ σύντομα ὅμως ὁ Γέροντας Νικόδημος ἄφησε τή γῆ καί ὁ Γρηγόριος κοινοβίασε στή Μεγίστη Λαύρα. Ἡ ζωή ὅμως τῆς ἐρήμου γέμιζε περισσότερο τήν ψυχή του.
Γι᾽ αὐτό καί ὅταν πέθανε ὁ ἕνας ἀπό τά δυό ἀδέρφια του, ὁ Θεόδοτος, ἄφησε τό Μοναστήρι καί ἀπομακρύνθηκε στήν ἐρημική σκήτη, πού ὀνομαζόταν Γλωσσία, μαζί μέ τόν ἄλλο του ἀδελφό τό Μακάριο. Ἡ σκήτη αὐτή ἀνῆκε στή Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας καί εἶχε Γέροντα κάποιο ἐξαίρετο μοναχό, τό Γρηγόριο. Οἱ ἀκατάπαυστες ὅμως ἐπιδρομές τῶν Τούρκων πειρατῶν τούς ἀπειλοῦσαν διαρκῶς καί μάλιστα ὅσους κατοικοῦσαν στήν ἔρημο, ὅπου δέν ὑπῆρχαν ὀχυρά καί τείχη, ὅπως εἶχαν τά μεγάλα Μοναστήρια. Ἔτσι ὁ Γρηγόριος μαζί μέ μιά ὁμάδα μοναχῶν, ἀποφάσισαν νά ἐγκαταλείψουν πάλι τήν ἔρημο, νά πᾶνε στά Ἱεροσόλυμα καί ἐκεῖ νά ἐγκαταβιώσουν σέ κάποια μεγάλη Μονή ἤ Σκήτη.
Ὁ Θεός ὅμως ἄλλα σχεδίαζε γιά τή ζωή τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου. Ἔτσι, ὅταν πέρασε ἡ συνοδεία ἀπό τή Θεσσαλονίκη, συνάντησε διαφορετικές συνθῆκες, ἀπ᾽ ὅ,τι εἶχε ὑπολογίσει καί οἱ ταξειδιῶτες ἀναγκάστηκαν νά ἐγκαταλείψουν τό σχέδιό τους καί τό ταξείδι τους. Στή Θεσσαλονίκη τό 1326 μ.Χ., σέ ἡλικία τριάντα ἐτῶν, χειροτονήθηκε ἱερέας καί θεμελίωσε νέο ἡσυχαστήριο στήν περιοχή τῆς Βέροιας. Ἐκεῖ, παρόλο πού ἦταν προϊστάμενος, ζοῦσε τελείως ἀπομονωμένος, μέ μεγάλη ἄσκηση, προσευχή καί σιωπή καί ἔβγαινε ἀπό τό κελλί του μόνο τό Σάββατο καί τήν Κυριακή, γιά νά λειτουργήσει καί νά δεῖ τούς ἀδερφούς. Μόλις πέντε χρόνια μπόρεσε νά ἀπολαύσει τήν ἀγαπημένη του ἔρημο καί ἡσυχία. Σέρβοι ἐπιδρομεῖς ἔφτασαν στήν περιοχή καί ἡ συνοδεία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου ἀναγκάστηκε νά ἐγκαταλείψει τό ἐρημητήριό της καί νά ξαναγυρίσει στόν Ἄθωνα. Αὐτή τή φορά διάλεξε γιά τόπο ἡσυχίας καί ἀπομόνωσης τό κελλί τοῦ Ἁγίου Σάββα, πού βρισκόταν κοντά στή Λαύρα, σέ ἀπόκρημνη περιοχή, ἀπ᾽ ὅπου χρειάζεται μιᾶς ὥρας κοπιαστική πορεία, γιά τή Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας.
Στό κελλί τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος κράτησε τό ἴδιο τυπικό μέ αὐτό πού εἶχε στή Βέροια. Δέν πρόλαβε ὅμως πάλι νά χαρεῖ τήν ἡσυχία καί τό ἐρημικό κελλί του. Τόν ἐξέλεξαν ἡγούμενο τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου. Ἀλλά καί σ᾽ αὐτόν τόν τόπο δέν παρέμεινε γιά πολύ. Ἡ ζωή τῆς ἀσκήσεως στήν ὁποία εἶχε ὑποβάλλει τόν ἑαυτό του, δέν ἔγινε ἀποδεκτή ἀπό τούς ἐκεῖ μοναχούς.
Ἔτσι γύρισε πίσω στό κελλί του. Ἐδῶ τόν περίμεναν νέοι καί ἰδιόμορφοι ἀγῶνες. Κάποιος Ἕλληνας ἀπό τήν Καλαβρία τῆς Ἰταλίας, ἔφτασε τό 1330 μ.Χ. στήν Κωνσταντινούπολη καί ἐπιδόθηκε στή διδασκαλία τῆς φιλοσοφίας καί τῆς Λογικῆς. Ἦταν ὁ γνωστός Βαρλαάμ, στόν ὁποῖο μάλιστα ὁ Ἰωάννης ὁ Καντακουζηνός, πού εἶχε τό ἀξίωμα τοῦ «μεγάλου Δομέστικου» (πρωθυπουργοῦ), ἐμπιστεύτηκε μιά ἕδρα τοῦ αὐτοκρατορικοῦ Πανεπιστημίου καί αὐτό συνετέλεσε στό νά γίνει ὁ Βαρλαάμ περισσότερο γνωστός στόν κύκλο τῶν γραμμάτων. Ὁ σκοπός καί τό ἔργο τοῦ Βαρλαάμ, ὅπως ἀργότερα ἀποδείχτηκε, δέν ἦταν τυχαῖα. Ὅταν τό 1333-34 ὁ Πάπας ἔστειλε δύο Δομηνικανούς θεολόγους γιά νά προετοιμάσουν τό διάλογο γιά τήν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ὁ Βαρλαάμ ἀνέλαβε νά ἐκπροσωπήσει τήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί ναί μέν διακήρυττε πάντοτε τήν ὀρθοδοξία του, ἀλλά δέν ἀντέδρασε καθόλου στή θέση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν περί τῆς «ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Βασιζόμενος στά κείμενα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, παρερμήνευσε τόν ἀποφατισμό τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας μέ τήν σκέψη ὅτι, ἐφόσον ὁ Θεός εἶναι τό «ἐπέκεινα», δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ὁδηγηθεῖ στή θεοπτία.
Σ᾽ αὐτό τό σημεῖο ἄρχισε ἡ ἀντιδικία του μέ τούς ὀρθόδοξους μοναχούς, τῶν ὁποίων ὁ Βαρλαάμ περιγέλασε τή νηπτική τακτική καί τή μέθοδο τῆς καθάρσεως τοῦ νοῦ διά τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὀνομάζοντάς τους «ὀμφαλοσκόπους». Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος δέν μποροῦσε νά σιωπήσει. Ἀπό τό ἐρημητήριο τοῦ Ἁγίου Σάββα καί ἀργότερα ἀπό τή Θεσσαλονίκη συνέταξε τίς περίφημες Τριάδες, γιά τήν ὑπεράσπιση τοῦ ἡσυχασμοῦ. Τά κείμενα αὐτά κατοχυρώνουν, γιά πρώτη φορά θά λέγαμε, τή θεολογία τοῦ ἡσυχασμοῦ. Ἡ εὐκαιρία πού δόθηκε μέ τήν αἱρετική θέση καί πρόκληση τοῦ Βαρλαάμ, ἔδωσε τή δυνατότητα στήν ὀρθόδοξη θεολογία νά προσδιορίσει τήν ἔννοια καί τό νόημα τοῦ ἡσυχασμοῦ καί ἀκόμα τή σχέση του μέ τά βασικά δόγματα, γιά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, τή Σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τήν ἀπολυτρωτική χάρη τῶν Μυστηρίων.
Ὁ Γρηγόριος στή συνέχεια ξεκαθαρίζει τό θέμα τῆς θεωρίας τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Ὁ Θεός, λέει, δέν εἶναι δυνατόν νά κατανοηθεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο, ὡς πρός τήν οὐσία Του. Μπορεῖ ὅμως νά ἀποκαλυφθεῖ καί ὁ ἄνθρωπος νά κοινωνήσει μαζί Του, «διά τῶν θείων ἐνεργειῶν». Μέ τή θέση αὐτή, ἡ ὁποία περιγράφηκε καί ἐκφράστηκε δογματικά πρῶτα ἀπό τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἔκλεισε τό πολυσύνθετο θέμα τῆς θέας τοῦ Ἀκτίστου Φωτός καί τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.
Τό 1341 μ.Χ. ἡ Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη καταδίκασε τό Βαρλαάμ καί ἔτσι τελείωσε ἡ πρώτη φάση τῆς ἡσυχαστικῆς ἔριδας, ἡ ὁποία εἶχε τρία βασικά ἀντικείμενα: α) Τήν ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος β) Τή γνώση τοῦ Θεοῦ καί γ) Τή θέα τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Ἡ ἑπόμενη φάση τῶν «ἡσυχαστικῶν ἐρίδων» ἀρχίζει τό 1341 μ.Χ. καί τελειώνει τό 1347 μ.χ. Ἀντιμέτωπο αὐτή τή φορά εἶχε τόν Ἀκίνδυνο.
Ὁ Ἀκίνδυνος ἦταν μοναχός Βουλγαρικῆς καταγωγῆς καί παλιός μαθητής τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου στόν Ἄθωνα. Ἀρχικά ὁ Ἀκίνδυνος στάθηκε ἀπό πλευρᾶς θεολογικῆς μεταξύ τῶν ἀπόψεων τοῦ Βαρλαάμ καί τοῦ Παλαμᾶ. Ἀργότερα κράτησε δική του θέση συντηρητική καί ἐξωτερικά παραδοσιακή. Ἡ βάση της ὅμως ἦταν μιά ἀπόλυτα αἱρετική παρέκκληση ἀπό τό ὀρθόδοξο δόγμα καί τήν ἐκκλησιαστική παράδοση. Δυστυχῶς οἱ ἀπόψεις τοῦ Ἀκινδύνου ὑπερίσχυσαν καί ὁ Παλαμᾶς ἀπομακρύνθηκε καί ἐξορίστηκε σέ κάποια Μονή τοῦ Βοσπόρου. Ἀπό ἐκεῖ τόν μετέφερναν ἀπό Μονή σέ Μονή καί τέλος τόν ἔκλεισαν στίς φυλακές τῶν ἀνακτόρων. Παράλληλα τό 1346 ἡ Σύνοδος τόν ἀπέκοψε ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική κοινωνία, ὡς αἱρετικό. Ἀπό τίς φυλακές ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἔγραψε πολλές ἐπιστολές καί τούς ἀντιρρητικούς λόγους κατά τοῦ Ἀκινδύνου.
Τό 1346 μ.Χ., ὕστερα ἀπό ἐπέμβαση τῆς βασιλομήτορας Ἄννας, ἐλευθερώθηκε. Ἐδῶ ἔκλεισε καί ἡ δεύτερη φάση τῶν ἡσυχαστικῶν ἐρίδων, πού τόσο ταλαιπώρησαν τήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί πού ἔδωσαν τήν εὐκαιρία νά ἐκφραστεῖ γιά μιά ἀκόμη φορά ἡ ὀρθή πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Τόν ἴδιο χρόνο ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐκλέχθηκε ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἀλλά ἐξαιτίας πολιτικῶν ἀναταραχῶν δέν μπόρεσε νά ἐγκατασταθεῖ στήν ἕδρα του, καί παρέμεινε γιά ἕνα διάστημα μεταξύ Ἁγίου Ὅρους καί Κωνσταντινουπόλεως. Ὅταν ὅμως ὁ Ἰωάννης Καντακουζηνός κατέλαβε τή Θεσσαλονίκη, ἐγκαταστάθηκε καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος κοντά στό ποίμνιό του.
Στή Θεσσαλονίκη ὁ Παλαμᾶς ἀντιμετώπισε ἕνα νέο ρεῦμα δοξασιῶν, μέ ἐπικεφαλῆς κάποιον Γρηγορᾶ, μαθητή τοῦ Ἀκινδύνου. Δύο ὅμως ἀλλεπάλληλες Σύνοδοι τό 1351-52, καταδίκασαν τό Γρηγορᾶ, πρίν ἀκόμα νά τοῦ δοθεῖ ἡ εὐκαιρία νά διαταράξει ἐκ νέου μέ τίς δοξασίες του τήν εἰρήνη τῆς Ἐκκλησίας. Στήν προσπάθειά του νά μεσολαβήσει μεταξύ δύο πολιτικῶν ἀντιπάλων καί νά εἰρηνεύσει τήν πολιτική κατάσταση γιά τό καλό καί τῆς Πολιτείας καί τῆς Ἐκκλησίας, ἔπεσε στά χέρια τῶν Τούρκων, ἔξω ἀπό τήν νῆσο Τένεδο. Τά χρόνια πού ἀκολούθησαν τοῦ πρόσθεσαν πολλούς κόπους καί ταλαιπωρίες, ἀλλά προσπάθησε νά ἐκμεταλλευτεῖ «τά δεσμά» του, προσεγγίζοντας τούς Τούρκους καί προετοιμάζοντας τήν Κατήχηση καί τήν εἴσοδό τους στήν Ἐκκλησία.
Τό 1355 ἐλευθερώθηκε καί ξαναγύρισε στή Θεσσαλονίκη, ὅπου καί πέθανε τό 1359 μ. Χ. Ἡ Ἐκκλησία, ἀναγνωρίζοντας στό πρόσωπό του ἕνα γνήσιο τέκνο της καί αὐτόν πού ἐξέφρασε θεωρητικά καί δίδαξε πρακτικά ὅτι τό δόγμα καί ἡ παράδοση δέν εἶναι στεγανά καί ἡ πίστη δέν εἶναι, ἀπό πλευρᾶς θεολογικῆς τοποθετήσεως, μιά ἁπλή καί ἄκαμπτη «ἐπανάληψη τῶν γνωστῶν», ἀλλά εἶναι ἕνας διαρκής χείμαρρος πού ρέει ἀκατάπαυστα μέσα στήν Ἐκκλησία καί τή ζωογονεῖ, τόν ἀνακήρυξε ἅγιο (1368 μ.Χ.) καί ἔχει ἀφιερώσει στή μνήμη του τή Β’ Κυριακή τῶν Νηστειῶν. Τό ἔργο του Τό συγγραφικό ἔργο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου ὑπῆρξε πολύ μεγάλο καί σέ ὄγκο καί σέ βάθος. Ἡ θεολογία του δέν ξεκινάει ἀπό φιλοσοφικές ἔννοιες, ἀλλά ἀπό τήν προσωπική ἐμπειρία. Αὐτό δέν ὑπονοεῖ καμιά ἀπολυτοποίηση τῆς γνώσεως, ἀντίθετα τονίζει ὅτι ἡ θεολογία καί ἡ πίστη δέν ἔχουν βάση τή γνώση πού πηγάζει ἀπό τήν αἴσθηση, ἀλλά βασίζονται στή γνώση πού ξεκινάει καί τρέφεται μέ τή διόραση. Μ᾽ ἄλλα λόγια ἡ μελέτη τῶν ὄντων μόνο δέν ὁδηγεῖ στή θεογνωσία, ἀλλά ἡ θεγνωσία γεννιέται στήν ψυχή ἀπό τόν Ἴδιο τό Θεό, πού «αὐτοαποκαλύπτεται», κοινωνεῖ μέ τόν ἄνθρωπο καί τοῦ διδάσκει τήν «ἄνωθεν σοφία».
Στά συγγράμματα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου διδάσκεται καθαρά καί ἐπίμονα ἡ διάκριση μεταξύ τῆς οὐσίας καί τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι «αὐθύπαρκτος, αὐτοπάτωρ καί ἀκατάληπτος», ἐνῶ οἱ ἐνέργειες εἶναι «ἐνυπόστατα στοιχεῖα» πού κοινωνοῦν μέ τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι συγκεφαλαίωση τῆς κτίσεως, πού ὑποδουλώθηκε ὅμως σ᾽ αὐτή μετά τήν πτώση του. Μέ τό βάπτισμα «ἐκβάλλεται» ὁ Σατανᾶς ἀπό τήν ψυχή καί τήν πολεμάει πλέον «ἐκ τῶν ἔξω». Γι᾽ αὐτό, ὡς βασικές προϋποθέσεις γιά τήν ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου, θεωρεῖ τό βάπτισμα καί τή Θ. Εὐχαριστία. Ἡ Θ. Εὐχαριστία μαζί μέ τή βίωση τῆς μετανοίας καί τῆς ἀσκήσεως ὁδηγοῦν στή «μέθεξι» τοῦ Θεοῦ καί κάνουν τόν ἄνθρωπο «ἐν τῷ Χριστῷ ἄναρχον καί ἀτελεύτητον». Αὐτό δέν εἶναι φιλοσοφική θεώρηση, ἀλλά πραγματικότητα, τήν ὁποία βίωσαν, κατά κάποιο τρόπο, ἀπόλυτα ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί ὁ Τίμιος Πρόδρομος, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν πλέον καί τά ἀρχέτυπα ὅσων ἐπιθυμοῦν νά ἁγιαστοῦν καί νά ζήσουν αἰώνια. Τό συγγραφικό του ἔργο ἔχει τά ἑξῆς μέρη: Α’ Ἐπιστολές:
Κατά τή Β’ φάση τῆς ἡσυχαστικῆς ἔριδας, πρός «οἰκείους καί ἀντιπάλους».
Β’ Πραγματεῖες: Ἀναφέρονται στήν ἡσυχαστική ἔριδα καί εἶναι:
α) Περί ἑνώσεως καί διακρίσεως
β) Διάλεξη ὀρθοδόξου καί Βαρλααμίτου
γ) Ἀπολογία περί διθεΐας
δ) Περί τῆς θείας καί θεοποιοῦ μεθέξεως
ε) Περί διχοτομήσεως τοῦ Θεοῦ ὑπό Βαρλαάμ καί Ἀκινδύνου κτλ.
Γ’ Συγγράμματα: Περί Ἁγίου Πνεύματος
Δ’ Ἐπιστολές: Εἰς Ἀκίνδυνον καί Βαρλαάμ
Ε’ Συγγράμματα: Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων
ΣΤ’ Ὁμολογιακά:
α) Ἁγιορείτικος τόμος
β) Ὁμολογία Πίστεως
γ) Ἀναίρεση διαφόρων ἐπιστολῶν τῶν ἀντιπάλων του
Ζ’ Ἀντιρρητικοί κατά Ἀκινδύνου
Η’ Κείμενα σχετικά μέ τό ποιμαντικό του ἔργο
Θ’ Ἀσκητικά καί πνευματικά συγγράμματα
Ι’ Ὁμιλίες
Ὁ συγγραφικός πλοῦτος, πού κληροδότησε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, εἶναι ἀνεκτίμητος. Δίκαια ὁ ὑμνογράφος του τόν ἀποκαλεῖ «λύρα τοῦ Πνεύματος».
Ἔζησε μέ τήν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τράφηκε ἀπό τό Ἄκτιστο Φῶς καί ἄφησε τήν ἐμπειρία του στήν Ἐκκλησία, ὡς ὁδηγητική στήλη στή «ζοφερά νύχτα τοῦ παρόντος αἰῶνος».
Μερικές ψυχολογικές ἐπισημάνσεις στό ἔργο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
Παύλου Κυμίση
Καθηγητοῦ Ψυχιατρικῆς
Ἔγραφε ὁ μεγάλος Ρῶσος ὀρθόδοξος θεολόγος π.Γεώργιος Φλωρόφσκυ, ὅτι στήν ἐποχή μας ὑπάρχει “πείνα θεολογίας“, τόσο μεταξύ τῶν κληρικῶν, ὅσο καί μεταξύ τῶν λαϊκῶν. Αὐτή τήν πείνα ἔρχεται νά ἱκανοποιήσει αὐτό τό Συνέδριο…
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑποστηρίζοντας τούς ἡσυχαστές καί ἑρμηνεύοντας τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀπέκρουσε τόν φιλόσοφο Βαρλαάμ, πού ἦταν δεμένος στό ἅρμα τοῦ δυτικοῦ ἀνθρωποκεντρικοῦ οὑμανισμοῦ. Ἐπηρεασμένος ἀπό τή φιλοσοφία τῆς Δύσης, πού εἶχε ἔντονα χρωματισθεῖ ἀπό τήν Πλατωνική σκέψη, προσπαθοῦσε νά γελοιοποιήσει τούς ἡσυχαστές, ἰσχυριζόμενος ὅτι οἱ ἐμπειρίες τους ἦταν ἀποτέλεσμα φαντασιώσεων ἤ ἁπλές ἐκδηλώσεις φυσικῶν κτιστῶν φαινομένων. Θά πρέπει νά ἐπισημάνουμε ὅτι ὁ Βαρλααμισμός ἀποτελεῖ καί ἕνα σύγχρονο φαινόμενο, γι᾿ αὐτό καί ἡ παρουσίαση τοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου σήμερα εἶναι ἐπίκαιρη, χρήσιμη καί καθοδηγητική.
Στήν ἐποχή μας γίνεται μιά ἔντονη προσπάθεια γιά διάλογο καί συνεργασία μεταξύ τῆς Θρησκείας καί τῆς ἐπιστήμης τῆς Ψυχολογίας. Ἡ σκέψη καί τό ἔργο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου μποροῦν νά γίνουν ὁδηγοί, ἔτσι ὥστε ἕνας τέτοιος διάλογος νά μή δημιουργήσει περισσότερη σύγχυση, παρανοήσεις καί προβλήματα. Σ᾿ αὐτόν τό διάλογο χρειάζεται νά καθοριστοῦν σαφῶς τά ὅρια μεταξύ τῆς λογικῆς, τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης καί ἀπόδειξης, τῶν φυσικῶν φαινομένων, καί τῶν μεταφυσικῶν ἐμπειριῶν καί ἀποκαλύψεων. Ἡ ἐπιστήμη μελετᾶ φαινόμενα πού ἐλέγχονται ἀπό φυσικούς νόμους. Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, τά θαύματα, οἱ ἀποκαλύψεις παριστοῦν ὑπερβάσεις τῶν φυσικῶν νόμων.
Στό Δυτικό κόσμο ἡ ἔννοια τῆς θρησκείας ἔχει καταντήσει μιά ἁπλή ἐπιλογή ἤ προτίμηση. Εἶναι κάτι ἀνάλογο μέ τήν ἐπίσκεψη στήν ὑπεραγορά (Super Market), ὅπου διαλέγεις ὅ,τι προτιμᾶς. Σέ μιά τελευταία σύναξη στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος τόνισε ὅτι ὁ Δυτικός Σχολαστικισμός ἔχει ἐλαττώσει τίς θεϊκές ἀλήθειες σέ ἔννοιες. Ἔτσι ὁ Θεός γίνεται ἀντιληπτός σάν ἰδέα ἤ ἔννοια. Ἀλλά μέ αὐτήν τήν προσέγγιση ἡ Δύση χάνει τή δυνατότητά της γιά τή συμμετοχή στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι βλέπουμε στή Δύση νά γίνεται λόγος γιά μεταφυσικές ἐμπειρίες διαφόρων θρησκειῶν, πού συνδέονται μέ παραισθήσεις, ὑπνωτικά φαινόμενα ἤ φαντασιώσεις.
Μερικοί μάλιστα εἶπαν ὅτι κβαντομηχανική θά εἶναι ἡ θρησκεία τοῦ μέλλοντος. Ἄλλοι προσπάθησαν νά ἐξηγήσουν ἐπιστημονικά τό θαῦμα σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς φύσης. Εἶπαν ὅτι ἕνας ἄνεμος ἄνοιξε τήν Ἐρυθρά θάλασσα, ἕνας νεκρός πού ἀναστήθηκε ἦταν σέ κατατονική κατάσταση, τό μάννα ἦταν μύκητες γεννημένοι στόν ἀέρα καί οἱ δαιμονισμένοι ἦσαν ὑστερικά ἄτομα.
Ἕνα ἄλλο παράλληλο σύγχρονο φαινόμενο εἶναι ἡ θρησκειοποίηση τῆς κοινῆς γνώμης. Ἡ κοινή γνώμη γίνεται τό ἔσχατο κριτήριο γιά τό τί πιστεύει ὁ ἄνθρωπος, ποιές πρέπει νά εἶναι οἱ ἀξίες του καί ποιά ἡ ἠθική του. Ὅ,τι εἶναι κοινῶς γενικά ἀποδεκτό, μπαίνει στά πλαίσια μιᾶς εὐλύγιστης ἠθικῆς ἤ δημιουργεῖ νέα ἱεράρχηση ἀξιῶν. Ἔτσι οἱ ὀρθολογιστές βλέπουν τή θρησκευτική πίστη σάν ἕνα προϊόν καί δημιούργημα τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ἔγραφε ὁ ἀείμνηστος ὀρθόδοξος θεολόγος στή Νέα Ὑόρκη π.Ἰωάννης Meyendorff, πού ἀσχολήθηκε ἰδιαίτερα μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὅτι ἡ διαμάχη μεταξύ Ἁγίου Γρηγορίου καί Βαρλαάμ ἦταν συμβολική τῶν διαφορῶν μεταξύ τῶν Γραφῶν καί τῆς Ἑλληνικῆς Σκέψης, μεταξύ τῆς Ἱερουσαλήμ καί τῆς Ἀθήνας, μεταξύ τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Φιλοσόφων, μεταξύ τῆς θρησκείας τῆς ἐνσαρκώσεως καί τῆς Ἀνάστασης καί μεταξύ τῆς θρησκείας τῆς ἀπωλείας καί καταστροφῆς τοῦ σύμπαντος. Ἡ βάση τῆς Παλαμικῆς Σκέψης δέν περιορίζεται στό “γνῶθι σ᾿ αὐτόν“, ἀλλά καθορίζεται ἀπό τό “ἐλθών εἰς ἑαυτόν“, ὅπου ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό γίνεται ὁ ὑπέρτατος σκοπός τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης.
Εἶναι γεγονός ὅτι στό χῶρο τῶν ἐπιστημῶν τῆς συμπεριφορᾶς ἔγιναν γιγαντιαῖα ἅλματα τίς τελευταῖες δεκαετίες. Ἀπό τήν πρόοδο στή γενετική βλέπουμε τό σημαντικό ρόλο πού παίζει ἡ κληρονομικότητα σέ πολλές ψυχολογικές καί ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Μποροῦμε νά δοῦμε τή σημασία τῆς νευρολογίας, ὅπου χημικές διεργασίες καί νευροαπεικονίσεις ἀντικατοπτρίζουν συναισθηματικές καί νοητικές καταστάσεις καί λειτουργίες.
Εἶναι γνωστό ὅτι ψυχικά νοσήματα πού ἔχουν σχέση μέ νευροφυσιολογικές διαταραχές μπορεῖ νά ἐκδηλωθοῦν μέ ψευδαισθήσεις ὀπτικές ἤ ἀκουστικές. Ἄτομα ἐπίσης κάτω ἀπό ἔντονες συνθῆκες stress (ψυχοσωματικῆς καταπόνησης), μπορεῖ νά ἔχουν παραληρήματα ἤ ψευδαισθήσεις. Ἐπίσης, ἄτομα πού χρησιμοποιοῦν χημικές οὐσίες, ὅπως ναρκωτικά, LSD, κοκαΐνη κ.λ.π., μπορεῖ νά ἔχουν ἀκουστικές, ὀπτικές ἤ ἀπτικές ψευδαισθήσεις. Θά πρέπει νά γίνει σαφής διαχωρισμός μεταξύ τῶν ἐμπειριῶν αὐτῶν, πού ἔχουν φυσική προέλευση καί ἐξηγοῦνται ἐπιστημονικά, καί τῶν ὑπερφυσικῶν ἐμπειριῶν, πού δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τή φυσικοχημεία τοῦ ὀργανισμοῦ.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης προειδοποιεῖ τούς μαθητές του μέ τήν ἑξῆς παραίνεση: ” Ὁτανδεῖςφῶςἤφλόγαμέσασουἤἔξωἀπόσέναμήντήνπαραδεχθεῖς. Πολλοί Πατέρες τόνισαν τόν κίνδυνο τῆς φαντασίας, πού μπορεῖ νά ἀποτελέσει τόν πιό ἐπικίνδυνο ἐχθρό τῆς ἕνωσης μέ τόν Θεό. Σ᾿ αὐτό τό σημεῖο θά ἤθελα νά τονίσω τό ρόλο τῆς ὑποβολῆς στή δημιουργία “ψευτομεταφυσικῶν ἐμπειριῶν”.
Πολλά σύγχρονα φιλοσοφικο-θρησκευτικά συστήματα παρουσιάζουν τέτοια φαινόμενα καί ὑπόσχονται γαλήνη, ψυχική ἠρεμία, σωματική καί ψυχική ὑγεία. Ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου συγχρόνου φαινομένου εἶναι τό ἐνδιαφέρον πού παρατηρεῖται στή Δύση γιά ὁρισμένες ἀνατολικές θρησκεῖες, ὅπως παραδείγματος χάριν ὁ Βουδισμός. Ὁ Βούδας ἦταν ἕνας Ἰνδός μοναχός πού ἔζησε τόν 5ο π.Χ. αἰώνα. Ἀσκήθηκε γιά ἑπτά χρόνια καί μέ ἄσκηση καί αὐτοσυγκέντρωση ἦλθε σέ ἔκσταση κάτω ἀπό μιά συκιά. Γιά ἑπτά μέρες, ἀναφέρεται στή βιογραφία του, ἔχασε τήν ἐπαφή μέ τόν κόσμο καί ἀνέβηκε τά σκαλοπάτια τοῦ νιρβάνα καί ἐκεῖ, πάντοτε κατά τό βιογράφο του, “ξαναθυμήθηκε τίς μετεμψυχώσεις του καί κατάλαβε τούς νόμους τῆς τάξης τοῦ σύμπαντος”. Δηλαδή, ξεκίνησε χωρίς Θεό καί τελικά κατέληξε στόν Πανθεϊσμό. Στό Βουδισμό ἡ “σωτηρία” ἔρχεται ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ὄχι ἀπό ἔξω.
Ὁ Ἐπίσκοπος Πίτσμπουργκ Μάξιμος, σέ μιά εἰσήγησή του μέ θέμα μεταφυσικές ἐμπειρίες ἐντός καί ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, ἀναφέρεται στό ρόλο τής αὐθυποβολῆς καί στίς πιθανές παρενέργειες ἐμπειριῶν πού στηρίζονται στίς Ἀνατολικές φιλοσοφίες καί περιλαμβάνουν κατάθλιψη, αὐτοκτονίες, ἀκόμη καί δαιμονική ἐπίδραση. Ὑπάρχουν πολλές προσπάθειες, πού ἐνῶ ξεκινοῦν ἀπό μιά ἁπλῆ φυσιολογική ἤ φιλοσοφική ἀρχή καταλήγουν νά ἐμποτίζονται ἀπό Ἰνδουϊστικές καί Πανθεϊστικές ἰδέες.
Μιά πιό ἐπιστημονική μέθοδος γιά χαλάρωση καί ἠρεμία ἐπρότεινε ὁ καθηγητής τοῦ Harvard H.Benson. Τό βιβλίο του (ἡ ἀπάντηση τῆς χαλάρωσης) ἔσπασε ρεκόρ πωλήσεων στήν Ἀμερική, ὅταν εἶχε πρωτοεκδοθεῖ.
Περιγράφει μιά πολύ ἁπλῆ τεχνική χωρίς μεταφυσικά στοιχεῖα. Αὐτή ἡ τεχνική περιλαμβάνει ἥσυχο περιβάλλον, ἐπανάληψη μιᾶς λέξεως (οὐδέτερης ἤ καί προσευχῆς) καί μιά παθητική στάση.Τήν περιγράφει ὡς ἑξῆς:
“Κάθησε ἥσυχα σέ μιά ἀναπαυτική θέση, κλεῖσε τά μάτια σου, χαλάρωσε τούς μῦς σου, ἀνάπνεε μέ τή μύτη ἐπαναλαμβάνοντας μέ κάθε ἀναπνοή μία λέξη. Συνέχισε γιά 15-20 λεπτά καί ὕστερα κάθησε ἥσυχα γιά λίγα λεπτά”. Εἶναι μιά ἰατρική μέθοδος, πού δέν ἔχει θρησκευτικές προϋποθέσεις. Ἀπό συστηματικές μελέτες πού ἔκανε διαπίστωσε ὅτι ὅταν ἐφαρμόζεται ἡ χαλάρωση αὐτή δύο φορές τήν ἡμέρα γιά ὁρισμένες μέρες, μπορεῖ νά ἐλαττώσει τήν ἔνταση τῶν μυῶν, νά ἐλαττώσει τήν ἀρτηριακή πίεση, νά ἐλαττώσει τήν κατανάλωση ὀξυγόνου καί νά βελτιώσει τήν ἀντίσταση τοῦ ἀτόμου στό stress.
Ἐδῶ πρέπει νά ἐπισημάνουμε ὅτι τά ἴδια εὐεργετικά ψυχοφυσιολογικά ἀποτελέσματα μπορεῖ νά ἔχει καί ἡ ἡσυχαστική μέθοδος ἀπό τήν ὁποία ὁ Benson δανείστηκε μερικά στοιχεῖα. Ἡ διαφορά ὅμως ἔγκειται στό ὅτι ἡ ἡσυχαστική μέθοδος δέν παραμένει ἁπλῶς σάν μιά ψυχοφυσιολογική τεχνική χαλάρωση, ἀλλά ἀποτελεῖ ἕνα στοιχεῖο τῆς γενικότερης προσπάθειας τοῦ ἀνθρώπου νά πλησιάσει καί νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Ἀναφέρθηκα στήν ἀπάντηση χαλάρωσης τοῦ Benson, γιατί ὑπάρχει μιά τάση τόσο στήν ὀρθολογιστική Δύση, ὅσο καί στήν Δυτικίζουσα Ἀνατολή, νά ἑρμηνεύσουμε ὅλες τίς ἐμπειρίες, καί αὐτές ἀκόμη τῶν ἁγίων, μέ βάση ὀρθολογιστικά καί ψευτοεπιστημονικά κριτήρια. Εἶναι ὁ σύγχρονος πειρασμός τοῦ Βαρλααμισμοῦ, τῆς μίμησης δηλαδή τοῦ Βαρλαάμ καί τοῦ Ἀκινδύνου, στήν ὀρθολογιστική τους στάση ἀπέναντι στήν ἐμπειρία τῶν ἡσυχαστῶν.
Αὐτή ἦταν ἡ σπουδαία συμβολή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ὅπου τόνισε ὅτι ἐνῶ ἡ φύση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπρόσιτη, μπορεῖ ὅμως ὁ Θεός νά γίνει γνωστός στούς ἀνθρώπους μέ τίς ἐνέργειές του. Αὐτές οἱ ἐνέργειες, ἤ θεϊκές ἀποκαλύψεις καί παρουσίες, εἶναι ἐλεύθερες πράξεις τοῦ Ζῶντος Θεοῦ καί δέν ἐλέγχονται ἀπό καμιά ἀνθρώπινη λογική οὔτε ὑπακούουν καί περιορίζονται ἀπό κανένα φυσικό νόμο. Στήν ἀσκητική ζωή ὁ ἄνθρωπος ἐνεργεῖ, ἀλλά στή μυστική ζωή ὑφίσταται τή θεία ἐνέργεια .Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τόνισε πώς καί τό ἄκτιστο φῶς εἶναι φαινόμενο πού ὑπερβαίνει τούς φυσικούς νόμους καί βρίσκεται πέραν πάσης λογικῆς, ἐπιστημονικῆς ἤ πειραματικῆς ἐμπειρίας. Ἡ ἡσυχαστική μέθοδος περιλαμβάνει τέσσερα βασικά στοιχεῖα.
α) Κίνηση πρός μιά κατάσταση ἀπόλυτης ἡσυχίας καί ἠρεμίας, πού δέν περιλαμβάνει οὔτε διάβασμα οὔτε ψαλμωδία.
β) Ἄσκηση στή συγκέντρωση τοῦ νοῦ, φυσική ἀκινησία, ἔλεγχο τῆς ἀναπνοῆς, προσήλωση τῶν ματιῶν στήν καρδιά ἤ τό στομάχι.
γ) Αἴσθηση μιᾶς ἐσωτερικῆς θερμότητας ἤ θέα τοῦ ἀκτίστου φωτός. Αὐτή ἡ θέα δέν εἶναι οὔτε ψευδαίσθηση οὔτε εἰδικό ἀτμοσφαιρικό φαινόμενο, οὔτε ἐλέγχεται ἤ καθορίζεται ἀπό τούς φυσικούς νόμους.
δ) Οἱ ὀφθαλμοί τοῦ ἀνθρώπου μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετασκευάζονται (γράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς “μετασκευασθεῖσι γάρ ὑπό τοῦ Πνεύματος ὦπται) καί ἔτσι ἔχουν τήν ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου φωτός.
Οἱ ἡσυχαστές ξεκινοῦν ἀπό τήν ἡσυχία καί προχωροῦν στήν ἐκστατική ἕνωση. Γίνεται μιά κυκλική κίνηση, πού ἐπαναφέρει τήν ψυχή πίσω στόν Θεό. Ἡ νοερά προσευχή χρησιμοποιεῖται ὄχι μόνο ὡς ἀφετηρία ἀλλά καί ὡς συνεχής ὑποστήριξη στή μυστικιστική αὐτή πορεία.
Μελετώντας κανείς τόν Ἅγιο Γρηγόριο ἐντυπωσιάζεται βλέποντας ἰδέες πού περιέγραψε πρίν ἕξι-ἑπτά αἰῶνες νά ταυτίζονται μέ σύγχρονα δεδομένα τῆς Ψυχολογίας.
Ἀναφέρθηκε στήν παιδική σεξουαλικότητα αἰῶνες πρίν γίνει λόγος γι᾿ αὐτό τό θέμα στήν ψυχανάλυση. Ἔγραφε ὅτι, “αἱ πρός τεκτογονίαν φυσικαί κινήσεις ἐπισημαίνουσιν ὑπομαζίοις ἔτ᾿ οὖσι τοῖς παισί” . Ἀλλά πολύ σοφά ἐτόνισε ὅτι τά πάθη αὐτά στή βρεφική ἡλικία “οὐκ ἔστι δείγματα ψυχῆς νοσούσης”. Ἐπίσης ὁ Ἅγιος Γρηγόριος διέκρινε τρία χαρακτηριστικά τοῦ ψυχικοῦ κόσμου τό λογιστικό, τό ἐπιθυμητικό καί τό θυμικό.
Σήμερα, γίνεται πολύς λόγος στή σύγχρονη ψυχολογία καί ψυχιατρική γιά τή σημασία πού ἔχει ἡ νοητική ἐπεξεργασία μιᾶς καταστάσεως ἤ ἑνός γεγονότος.
Ἔγραφε ὁ Ἐπίκτητος: “Ταράσσει τούς ἄνθρώπους οὐ τά πράγματα, ἀλλά τά περί τῶν πραγμάτων δόγματα”. Οἱ νοητικές δραστηριότητες καί ὁ ρόλος τους κατέχουν πρωταρχική σημασία στήν ψυχική ζωή τοῦ ἀτόμου.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τόνισαν τή σημασία τοῦ νοῦ καί εἶπαν ὅτι ὁ νοῦς πρέπει νά εἶναι βασιλεύς καί δέν ἀνήκει στήν τάξη τῶν ὑπηκόων. Ἐπίσης εἶπαν ὅτι ὁ νοῦς πρέπει νά εἶναι λογικός, δόκιμος καί φωτισμένος. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραφε ὅτι ἡ ἀνακαίνηση τοῦ νοῦ εἶναι βασική προϋπόθεση γιά τήν πνευματική ἀνανέωση.
Οἱ γνωσιακές διεργασίες καί ἡ γνωσιακή ἀναδόμηση (cognitive restructuring) συνιστοῦν βασικά συστατικά τῶν συγχρόνων γνωσιακῶν θεραπειῶν. Αὐτές στηρίζονται στό γεγονός τό ὅ,τι σκεπτόμαστε μέ τό νοῦ, ἔχει ἄμεση σχέση μέ τά συναισθήματα καί τή συμπεριφορά μας.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς ἔγραφε ὅτι ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ γίνεται μέ τήν κακοπάθεια τοῦ σώματος, τήν ἐγκράτεια καί τήν προσευχή “ἐκ ταπεινωμένης καρδίας” . Ἡ ἀλλαγή πού ἐπιδιώκεται στίς γνωσιακές θεραπεῖες ἔχει σάν σκοπό τήν ἀλλαγή τοῦ τρόπου τοῦ σκέπτεσθαι μέ τή γνωσιακή ἀναδόμηση, μέ συνέπειες ἀλλαγές στά συναισθήματα καί τή συμπεριφορά.
Ἕνα σημαντικό θέμα στή σύγχρονη Ἰατρική εἶναι ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀλληλεπίδρασης μεταξύ ψυχῆς καί σώματος καί ἡ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου σάν ψυχοσωματικοῦ συνόλου. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁμιλεῖ γιά τή συμμετοχή καί τοῦ σώματος στήν προσευχή καί τή μέθεξη τῆς θεϊκῆς παρουσίας. Ἡ ἄσκηση καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή εἶναι ἔργο τῆς ὅλης ὕπαρξης καί τό σῶμα συμμετέχει στίς Θεῖες δωρεές ἀπό τήν παρούσα ζωή.
Ὁ γνωστός ψυχολόγος Skinner τόνισε τή σημασία πού ἔχει ἡ μάθηση καί ἡ ἀνταμοιβή στή διαμόρφωση τῆς ἀνθρώπινης συμπεριφορᾶς. Περιέγραψε τό φαινόμενο operant conditioning (ἐπεμβατικῆς ἐξάρτησης) ὅπου τό ἄτομο ἐνεργεῖ ἀναμένοντας ὁρισμένα ἀποτελέσματα καί ἡ ἀνθρώπινη συμπεριφορά ἐνισχύεται συνεχῶς ἀπό τά ἀποτελέσματά της. Ἐλέχθη ὅτι ἡ θρησκευτικότης ἀποτελεῖ τήν ὑψηλότερη μορφή ἐμπειρίας στόν ἄνθρωπο. Τά ἀποτελέσματα καί οἱ συνέπειες αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας ἐνισχύουν τή συνέχιση τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῆς χαμένης σχέσης του μέ τόν Δημιουργό του.
Ὁ ἄνθρωπος περιγράφηκε σάν ἕνα φοβισμένο ζῶο, μόνο, χαμένο, σ᾿ ἕνα ἀχανές καί ἄγνωστο σύμπαν. Ὁ Einstein ἔλεγε ὅτι “τό αἰώνιο μυστήριο τοῦ κόσμου εἶναι ἡ τάξη πού τόν διακρίνει”. Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, μοναδικό ὄν, μέ Θεῖο σπινθήρα, ἀναζητεῖ μέ ἀγωνία τό δρόμο τῆς ἐπαφῆς μέ τόν Δημιουργό του, πού εἶναι καί ὁ Δημιουσγός τοῦ φυσικοῦ Σύμπαντος.
Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἐπιβίωση τῆς πίστης σέ ὅλους τούς αἰῶνες. Πολλοί ἐπροφήτευσαν τό τέλος τῆς θρησκείας καί εἶπαν ὅτι κάποτε θά ἀντικατασταθεῖ ἀπό τήν ἐπιστημονική γνώση. Ὅλοι ὅμως αὐτοί οἱ ”προφῆτες” (ἀπό τούς Ρωμαίους, μέχρι τούς ὑλιστές, μέχρι τούς ἐπιστημονιστές), ἀπεδείχθησαν λανθασμένοι. Γιατί ὁ ἄνθρωπος συνεχῶς ἀναζητεῖ αὐτήν τήν κυκλική κίνηση, τῆς ἐπιστροφῆς στόν Δημιουργό του.
Ἡ προσευχή δέν εἶναι ἕνας μαγικός τρόπος ἐξαναγκασμοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μέσο γιά ἀνύψωση. Ἡ προσευχή δέν εἶναι μονόλογος, ἀλλά κυρίως διάλογος. Ἡ ἀπάντηση μπορεῖ νά εἶναι ἕνα γεγονός στή ζωή ἤ μιά ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι περιγράφουν τέτοιες ἐμπειρίες πού φτάνουν στό φωτισμό ἤ αἰσθάνονται μιά κατάσταση πού τά λόγια δέν μποροῦν νά περιγράψουν (”οὐκ ἐξόν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι” κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο) καί πού χαρακτηρίζεται ἀπό μιά χαρά ἀνεξήγητη πού κατακλύζει ὁλόκληρη τήν ὕπαρξη. Σ᾿ αὐτή τή στιγμή μποροῦν νά ποῦν ὅ,τι εἶπαν οἱ μαθητές στό Θαβώρ “καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι”.
Πολλοί διερωτῶνται, γιατί οἱ ἡσυχαστές ἀφήνουν χαρές τῆς ζωῆς, σταδιοδρομία, δόξα, πλοῦτο καί ἀκολουθοῦν τό δρόμο τῆς πτωχείας καί τῆς ἄσκησης. Γράφει ὁ καθηγητής Γεώργιος Μαντζαρίδης, πώς ἡ θεωρία τοῦ Θεοῦ προσφέρεται ὡς Θεῖον δῶρον, δέν παύει ὅμως νά ἔχει καί τόν χαρακτήρα τῆς ἀμοιβῆς ἤ ἐπιβράβευσης γιά τό μόχθο, τήν ἄσκηση καί τή διαρκή προσπάθεια γιά κάθαρση.
Ἡ πείνα γιά θεολογία στήν ἐποχή μας, πού περιέγραψε ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ μέ τόν ὅρο πού πρότεινε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, “πείνα γιά θεοπτία”. Ἄλλο εἶναι “τό περί Θεοῦ λέγειν καί ἄλλο τῷ Θεῷ συντυγχάνειν” .
Οἱ ἐμπειρίες τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν του, ὅπως τίς περιέγραψε ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, εἶναι ἡ ἀπάντηση στό ἄγχος ἀνυπαρξίας πού βασανίζει τό σύγχρονο ἄνθρωπο. Ὄχι μόνο οἱ ἡσυχαστές καί οἱ κληρικοί, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ”ἐν συζυγίᾳ ζῶντες”, καλοῦνται στή δυνατότητα αὐτῆς τῆς συνάντησης τοῦ δημιουργήματος μέ τόν Δημιουργό ἤ τῆς ἀμοιβαίας ἔκστασης, πού ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς περιγράφει: ” Ὁ νοῦς ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται καί ὁ Θεός ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται”. Τό Ἅγιο Πνεῦμα δείχνει τά μέλλοντα ἀγαθά καί ὁ ἄνθρωπος, ψυχή καί σῶμα, βρίσκει τό Θαβώρ μέσα του, σάν προοίμιο καί ἀπαρχή τῆς διαρκοῦς θέας τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ πού θά τελειοποιηθεῖ στό μέλλοντα αἰώνα.