Ο Άγιος Αιμιλιανός καταγόταν από το Δορύστολο, πόλη της Μοισίας της Θράκης. Έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. και μαρτύρησε στα χρόνια της βασιλείας του Ρωμαίου αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη.
Ήταν δούλος ενός σκληρού και φανατικού ειδωλολάτρη. Σεβόταν και αγαπούσε το Χριστό, πιστεύοντας σε Αυτόν ως τον αληθινό Θεό, ενώ αποστρεφόταν τα είδωλα και όσους πίστευαν σε αυτά.
Κατά το διάστημα της βασιλείας του Ιουλιανού του Παραβάτη αρκετοί Χριστιανοί διώχθηκαν και μαρτύρησαν, αφού ο ίδιος ήταν πολύ επηρεασμένος από τη κλασική παιδεία και τον ενοχλούσε η ραγδαία εξάπλωση του Χριστιανισμού, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του Κωνστάντιο Β΄ ο οποίος τον υποστήριξε εμφανώς.
Όταν ο κύριος του Αγίου Αιμιλιανού πληροφορήθηκε πως ο δούλος του πίστευε στο Χριστό, εξοργίστηκε και τον βασάνισε λέγοντάς του πως θα ακολουθήσουν χειρότερα για αυτόν αν εξακολουθήσει να συναναστρέφεται με Χριστιανούς. Όμως οι τιμωρίες και οι απειλές φλόγισαν σφοδρότερα τη πίστη του Αγίου. Την επόμενη μέρα εξήλθε από το σπίτι τού κυρίου του κρατώντας ένα σφυρί, κατευθύνθηκε προς τον ειδωλολατρικό ναό και έκανε κομμάτια όλα τα είδωλα.
Ο έπαρχος Καπετωλίνος πληροφορήθηκε σχετικά με το συμβάν και μη γνωρίζοντας τους υπεύθυνους της καταστροφής των ειδώλων, άρχισε έναν φοβερό διωγμό και σφαγές για να εκδικηθεί την ασέβεια εναντίον των θεών. Ο Άγιος βλέποντας ότι βασανίζονταν αθώοι για το συμβάν, παρουσιάστηκε ενώπιον ιερέων και λοιπών ειδωλολατρών και ομολόγησε τη πράξη του. Εξοργισμένοι οι ιερείς τον συνέλαβαν και τον παρέδωσαν για να δικαστεί.
Το παρόν στη δίκη έδωσε και ο κύριος του, ο οποίος τον καθύβρισε και τον διέταξε να αρνηθεί τη χριστιανική πίστη και να τελέσει θυσία επί του ειδωλολατρικού βωμού.
“Μπορείς να διατάξεις ό,τι θέλεις και εγώ θα σε υπακούσω. Η πίστη μου όμως είναι εκτός των δικαιωμάτων σου.” ήταν η απάντηση του Αγίου. “Ως προς αυτήν ένα και μόνον Κύριον αναγνωρίζω, τον Ιησού Χριστό. Είναι ούτος ο μέγας και παντοτινός μου Κύριος και κατά το σώμα και κατά τη ψυχή. Ουδέποτε δε θέλω τον αρνηθώ.”
Ο ειδωλολάτρης ιερέας ακούγοντας αυτά τον χτύπησε σφοδρά. Ο κριτής βλέποντας ότι ο υπόδικος αρνιόταν να προδώσει τη πίστη του, τον καταδίκασε σε θάνατο. Και έτσι ο Άγιος Αιμιλιανός, δούλος κατά τους νόμους των ανθρώπων αλλά ελεύθερος δια της χάρης του Ιησού Χριστού, έλαβε μαρτυρικό θάνατο. Πρώτα μαστιγώθηκε με βούνευρα και έπειτα ρίχτηκε στη πυρά.
Ο Άγιος Αιμιλιανός επέδειξε πόση ευγένεια ψυχής και πόσο μεγαλείο αποκτούν και οι πιο άσημοι άνθρωποι όταν μιλήσει στη ψυχή τους ο Χριστός και ανάψει στη καρδία το πυρ του θείου ζήλου.
Το άγιο σώμα του Αιμιλιανού ετάφη στη Ράβδο τη 18η Ιουλίου του έτους 361 μ.Χ. ημερομηνία στην οποία η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς προσφορὰ καὶ ὁλοκάρπωμα θεῖον, διὰ πυρὸς προσενέχθεις τῷ Δεσπότῃ, τοὶς ὄμβροις τῶν χαρίτων σου εὐφραίνεις νῦν ἠμᾶς, πῦρ γὰρ τὸ οὐράνιον, τὴ ψυχὴ περιφερών, ὥσπερ αὔραν ἔφερες, τὴν κατάφλεξιν Μάρτυς. Ἀλλὰ μὴ παύση πάντοτε φρουρείν, τοὺς σὲ τιμώντας, Αἰμιλιανὲ ἔνδοξε.