«Χριστός ετέχθη»

«Χριστός ετέχθη»
Γέννηση, τρίπτυχο με τους προφήτες Ησαϊα και Ιεζεκιήλ, Duccio di Buoninsegna, τέμπερα και χρυσό σε ξύλο, 43,8?111 cm, 1308-11

Ὅταν λέμε: «Χριστός ἐτέχθη», εἶναι τό ἴδιο μέ τό νά λέμε: «Ὁ Μεσσίας γεννήθηκε», ἤ «ὁ Βασιλιάς γεννήθηκε», ἤ «ὁ Σωτήρας γεννήθηκε»!
Μέ τόν χαιρετισμό αὐτό ἰσχυριζόμαστε καί μαρτυροῦμε ὁ ἕνας στόν ἄλλο, ὅτι ἦρθε στόν κόσμο Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔπρεπε νά ἔρθει γιά τή σωτηρία τῆς γενεᾶς τῶν ἀνθρώπων, καί ὅτι ἐκτός Αὐτοῦ ἄλλον δέν πρέπει νά περιμένουμε.
Ἐκεῖνος, τόν ὁποῖο ὁ Θεός ὑποσχέθηκε στούς προπάτορές μας ὅταν διώχθηκαν ἀπό τόν Παράδεισο,
Ἐκεῖνος τόν ὁποῖο οἱ ἀσεβεῖς λαοί μόλις πού διαισθάνονταν,
Ἐκεῖνος πού οἱ Ἑβραῖοι προφῆτες ξεκάθαρα προφήτευσαν,
Ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο ἡ ἀβοήθητη ἀνθρωπότητα χιλιάδες χρόνια πονεμένα ἀναστέναζε,
Ἐκεῖνος ἔλαμψε στή γῆ ὅπως ὁ ἥλιος μετά ἀπό μακριά νύχτα.
Κι ἔτσι ὅταν λέμε: «Χριστός ἐτέχθη»,μαρτυροῦμε καί ὅτι ὁ Ὕψιστος κράτησε τήν ὑπόσχεσή Του, καί ὅτι ἡ προαίσθηση τῆς ἀνθρωπότητας ἐκπληρώθηκε, καί ὅτι οἱ προφητεῖες τῶν προφητῶν πραγματοποιήθηκαν, καί ὅτι οἱ ἀνθρώπινοι ἀναστεναγμοί χόρτασαν χαρά.

Ὁ Μεσσίας γεννήθηκε, ὁ Πανθαύμαστος, ταυτόχρονα Ἄνθρωπος καί Θεός, ἦρθε γιά νά ξεκουραστοῦν ἐπάνω Του τά κουρασμένα ἀνθρώπινα μάτια καί νά μήν κοιτάξουν ἄλλον Μεσσία.

Ὁ Βασιλιάς γεννήθηκε, Ἐκεῖνος πού εἶναι Παντοδύναμος καί Ἐλεήμων καί ταυτόχρονα κρατᾶ τό σκῆπτρο τῆς δύναμης καί τό καντήλι τοῦ ἐλέους ἦρθε στόν κόσμο μας γιά νά σταθοῦν ὄρθιοι καί οἱ ἐλάχιστοι καί νά φωνάξουν: «Ἐμεῖς εἴμαστε παιδιά τοῦ βασιλιᾶ»!

Ὁ Ἥρωας γεννήθηκε, ὁ Ἀκατανίκητος, γιά νά ὑπερασπιστεῖ τούς δίκαιους, γιά νά κατακτήσει τούς ἁμαρτωλούς, γιά νά καταρρίψει τά πνεύματα τῆς μοχθηρίας κάτω ἀπό τόν οὐρανό.

Ὁ Ὁδηγός γεννήθηκε, ὁ Πανορατικός, γιά νά βγάλει στό δρόμο τούς χαμένους καί νά τούς  ὁδηγήσει.

Ὁ Διαφωτιστής γεννήθηκε, ὁ Πανφωτισμένος, γιά νά διώξει τό σκότος καί νά διαφωτίσει τούς σκοτισμένους.

Ὁ Ποιμήν γεννήθηκε, ὁ Πάμπλουτος, γιά νά ταΐσει τούς πεινασμένους, ὄχι μέ τή γῆ ἀλλά μέ τόν οὐρανό, μέ τό οὐράνιο σῶμα Του καί μέ τό πύρινο αἷμα Του.

Ὁ Φιλάνθρωπος γεννήθηκε, ὁ σπάνιος, γιά νά ἀγκαλιάσει στά στήθη Του, καί νά ζωντανέψει μέ τήν ἀγάπη τά ἀμέτρητα ὀρφανά Του, πού γιά πολύ καιρό πήγαιναν ἀπό τόν τάφο τῆς ζωῆς στόν τάφο τοῦ θανάτου.

Ὁ τῆς ἀποκαλύψεως Θεός γεννήθηκε, ὁ Μέγιστος, γιά νά τραβήξει τήν αὐλαία καί νά ἀποκαλύψει στούς θνητούς τό ἀθάνατο Βασίλειο τῶν Οὐρανῶν.

Ὅλα αὐτά σημαίνουν ἐκεῖνα τά θαυμάσια λόγια, μέ τά ὁποῖα οἱ χριστιανοί τά Χριστούγεννα χαιρετιοῦνται καί μέ τά ὁποῖα καί ἐγώ ἀδελφοί ἐσᾶς χαιρετῶ:

Χριστός ἐτέχθη!

* (Στίς Σλαβικές χῶρες συνηθίζεται ὁ χαιρετισμός αὐτός τά Χριστούγεννα, 

κατ᾿ ἀναλογία μέ τόν χαιρετισμό τοῦ Πάσχα, 

δηλαδή «Χριστός ἐτέχθη» καί ἡ ἀπάντηση «Ἀληθῶς ἐτέχθη»).

(Ἀπό τό βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται…», Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α΄, Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»)

Από την Ιστοσελίδα Η ΆΛΛΗ ΌΨΙΣ ΕΔΩ

Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός, ἀκολουθήσωμεν λοιπὸν ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ, μετὰ τῶν Μάγων Ἀνατολῆς τῶν Βασιλέων. Ἄγγελοι ὑμνοῦσιν, ἀκαταπαύστως ἐκεῖ. Ποιμένες ἀγραυλοῦσιν, ᾠδὴν ἐπάξιον΄ Δόξα ἐν ὑψίστοις λέγοντες, τῷ σήμερον ἐν Σπηλαίῳ τεχθέντι, ἐκ τῆς Παρθένου, καὶ Θεοτόκου, ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας.

Τί θαυμάζεις Μαριάμ; τί ἐκθαμβεῖσαι τῷ ἐν σοί; Ὅτι ἄχρονον Υἱόν, χρόνῳ ἐγέννησα φησί, τοῦ τικτομένου τὴν σύλληψιν μὴ διδαχθεῖσα. Ἄνανδρος εἰμί, καὶ πῶς τέξω Υἱόν, ἄσπορον γονὴν τίς ἑώρακεν, ὅπου Θεὸς δὲ βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις, ὡς γέγραπται. Χριστὸς ἐτέχθη, ἐκ τῆς Παρθένου, ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας.

Ὁ ἀχώρητος παντί, πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί; ὁ ἐν κόλποις τοῦ Πατρός, πῶς ἐν ἀγκάλαις τῆς Μητρός, πάντως ὡς οἶδεν ὡς ἠθέλησε καὶ ὡς, ηὐδόκησεν, ἄσαρκος γὰρ ὢν, ἐσαρκώθη ἑκών, καὶ γέγονεν ὁ Ὢν, ὃ οὐκ ἦν δι’ ἡμᾶς, καὶ μὴ ἐκστὰς τῆς φύσεως, μετέσχε τοῦ ἡμετέρου φυράματος. Διπλοῦς ἐτέχθη, Χριστὸς τὸν ἄνω, κόσμον θέλων ἀναπληρῶσαι.