Ο Άγιος Σπυρίδων

Ο Άγιος Σπυρίδων
Εικόνα Αγίου Σπυρίδωνα από τον Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνα Νέας Ιωνίας. Η Εικόνα αγιογραφήθηκε στο Άγιον Όρος το έτος 1873 από τον ιερομόναχο Ιωάσαφ και εν συνεχεία μεταφέρθηκε στη Νεάπολη (Νέφ-Σεχίρ) της Καππαδοκίας, όπου και παρέμεινε μέχρι και την ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών το 1923.
Η Ιερά Εικόνα μεταφέρθηκε το 1923 από τους αειμνήστους προγόνους της οικογενείας Αναστασιάδη και φυλασσόταν έως σήμερα στην οικία της στη Νέα Ιωνία. Κατόπιν επιθυμίας της οικογενείας η Ιερά Εικόνα δωρίθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Νέας Ιωνίας με σκοπό να διαφυλάσσεται στο εξής ως η Εφέστιος Εικόνα του Ναού.
Πηγή: http://ikivotos.gr/post/3993/agios-spyridwn-o-swthras-ths-kerkyras

Μέσα στη χορεία των Αγίων Πατέρων μας με ξεχωριστή λαμπρότητα προβάλλει ο Άγιος Σπυρίδων, ο επίσκοπος Τριμυθούντος Κύπρου. Φτωχός κι ασήμαντος μέσα στην καθημερινότητα της απλοϊκής ζωής του και τη μέριμνα του έγγαμου βίου του, έδωσε ο φιλόθεος Σπυρίδων με όλη τη δύναμη του την καρδιά του στο Θεό κι αυτή πλατύνθηκε και χώρεσε στους κόλπους της όλη τη δημιουργία Του.

Όσο ζούσε έγινε για την Κύπρο ο καλός ποιμένας. Ζύμωσε με τον αγιασμένο ιδρώτα του την πονεμένη κυπριακή γη δίνοντας έτσι κουράγιο να αντέξει το βαρύ πόδι των κατακτητών της. Δόξασε και την Εκκλησία κατοχυρώνοντας, με την απλότητα των πνευματοφόρων λόγων του και τη θαυματουργία, το ομοούσιο του Υιού με τον Πατέρα στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο του 325 μ.Χ.

Όταν κοιμήθηκε, στερέωσε στην Ορθοδοξία το θεοφιλή λαό της Κέρκυρας που κινδύνευσε να εκκαθολικιστεί από  τους Λατίνους κατακτητές του. Έγινε δε ο παρηγορητής στον πόνο του λαού του Θεού με τις άπειρες θαυματουργίες του και, χάρισε στην ανθρωπότητα το αγιασμένο λείψανο του, άφθορο από τον 4ον μ.Χ. αιώνα να ευωδιάζει το άρωμα της Βασιλείας των Ουρανών και να ελκύει αυτούς που διψούν την αγάπη του Θεού Πατέρα μας.

Η Κύπρος, «η νήσος των Αγίων» κατά τους χρονογράφους, που γέννησε πολλούς και ονομαστούς Αγίους, έβγαλε από  τα σπλάχνα της και το θείο αυτό καρπό, αυτόν που έμελλε να φωτίσει με την απλότητα του την οικουμένη, τον Άγιο Σπυρίδωνα το θαυματουργό.

Ο Άγιος γεννήθηκε στο χωριό Άσσια της επαρχίας Αμμοχώστου, που τώρα ποδοπατείται από τους Τούρκους. Η χρονολογία της γέννησης του δεν είναι ακριβώς γνωστή, είναι όμως βέβαιο πως γεννήθηκε κατά το δεύτερο μισό του Γ΄ αιώνα. Ήταν από  τη νεότητα του απλός και ταπεινός και είχε σαν εργασία του να βόσκει πρόβατα. Νυμφεύτηκε, και από το γάμο του απέκτησε παιδιά. Εκτός όμως από τη θυγατέρα του Ειρήνη δεν αναφέρονται αλλά ονόματα από τους βιογράφους.  

Ο γάμος δεν ήταν για το Σπυρίδωνα εμπόδιο, αλλά αντίθετα ο δρόμος του αγιασμού του, όπως ακριβώς είναι ο «εν Χριστώ» γάμος: δρόμος αγιασμού των πιστών. Δεν άφησε την ευλογία του μυστηρίου κατά μέρος για να ορμήσει στις βιοτικές μέριμνες, αλλά αγαπώντας το Θεό «εξ όλης της καρδίας, ισχύος και διανοίας του», όπως επιβάλλεται σε όλους τους χριστιανούς, οδηγούσε τις βιοτικές μέριμνες του προς το Θεό, μένοντας αμέριμνος στην αγάπη Του. Έτσι οι βιογράφοι του αναφέρουν ότι ο πόθος της ησυχίας τον ωθούσε να οδηγεί τα πρόβατα του να βόσκουν σε έρημα και ήσυχα μέρη. Κι ενώ αυτά χόρταιναν ευχαριστημένα από τις τροφές της γης, ο μακάριος Σπυρίδων έμενε αχόρταγος, καταγινόμενος στο να «μελετά ημέρας και νυκτός εν νόμω Κυρίου».

Οι αρετές του θείου Σπυρίδωνα δεν ήταν απλώς μια βιασμένη εξωτερική συμπεριφορά, αλλά έκφραση της χάρης του Θεού, που ζούσε μέσα του ελκυόμενη από την αγάπη, την ταπείνωση και την άσκησή του. Είχε νικήσει τη γαστριμαργία με την εγκράτεια, την πορνεία με την προσευχή, τη φιλαργυρία με την αυτάρκεια. Η ειρήνη του Αγίου Πνεύματος τον πλημμύριζε, η κενοδοξία συντριβόταν από την ταπεινοφροσύνη του και η ακτημοσύνη του τον ελευθέρωνε από την προσκόλληση στη γη. Ο Σπυρίδων ήταν επίσης «φιλάδελφος και φιλόξενος» προς όλους, πονηρούς και αγαθούς, γεμάτος αγάπη και καταδεκτικότητα.

Όλες τις αρετές τις αποκτούσε και τις ασφάλιζε «προσευχόμενος αδιαλείπτως, νυκτός και ημέρας τω θεώ» και σύντομα έγινε ο πραγματικά μακάριος «ιατρός ψυχών, πνευμάτων ακαθάρτων φυγαδευτής, εκδιώκων τη δυνάμει του Αγίου Πνεύματος, πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν από τε των ψυχών και των σωμάτων των ανθρώπων».  

Τα χαρίσματα τον στόλιζαν και τον λάμπρυναν. Εκείνο όμως που τον ανέβαζε πέρα από τους αγγέλους ήταν η ιερωσύνη που τον έφερε στο ουράνιο θυσιαστήριο. Όταν λειτουργούσε, αρπαζόταν το πνεύμα του προς το θρόνο του Θεού, από όπου έπαιρνε την πληροφορία ότι «αληθώς προσεδέχθη η λογική αυτού θυσία υπό του Θεού και Πατρός και ό,τι όπερ ητήσαντο τον Θεόν υπέρ του λαού, έλαβε», όπως διασώζει ο βιογράφος του.

Ήταν ένας ποιμένας του Θεού για τους ανθρώπους. Δε σταμάτησε όμως μέσα στην «εν Χριστώ» απλότητα του να είναι και ποιμένας προβάτων, όταν ακόμα μετά το θάνατο της πρεσβυτέρας του αναδείχτηκε Επίσκοπος Τριμυθούντος. Κι ενώ την ημέρα εποίμαινε τους ανθρώπους τη νύχτα έβοσκε τα πρόβατα του.

Δεν είναι γνωστή η ακριβής ημερομηνία που ο ουράνιος αυτός άνθρωπος και επίγειος άγγελος έγινε αρχιερέας. Πάντως σίγουρα πριν το 325, γιατί όταν αυτοκρατόρευσε ο Μέγας Κωνσταντίνος, πήρε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο.

Ο φιλόθεος Σπυρίδων είχε ελκύσει τη χάρη του Θεού, που φανερωνόταν εκτός από τις άλλες αρετές του στα άφθονα θαύματα, που προξενούσε η προσεχή του. Μόλις ανέβηκε στον επισκοπικό θρόνο ξέσπασε στην Κύπρο μεγάλη ανομβρία. Οι πηγές της γης στέρεψαν και η δίψα με την πείνα μάστιζαν τον τόπο. Ο θάνατος απλωνόταν στο νησί, που κινδύνεψε έτσι να ερημωθεί. Στράφηκαν τότε οι κάτοικοι στο Θεό και κατέφυγαν στον εκλεκτό Του, το θειότατο Σπυρίδωνα. Μόλις ο Άγιος προσευχήθηκε, άνοιξαν οι κρουνοί του ουρανού και άφθονη βροχή χόρτασε τη διψασμένη γη. Και για να φανερωθεί η παρρησία του θείου πατέρα στο Θεό, μόνο με την προσευχή του σταμάτησε η βροχή, που απειλούσε πλημμύρες και καταστροφές.

Ο Σπυρίδων ήταν και προορατικός. Ζώντας με την αδιάλειπτη προσευχή στη γη, όπου υπάρχει ο χρόνος και συνάμα στον ουρανό, όπου η αιωνιότητα, η υπέρβαση δηλαδή του χρόνου, γνώριζε ο Άγιος και τα παρελθόντα και τα παρόντα και τα μέλλοντα. Ένα χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω ιστορικό που μας διασώζει ο βιογράφος του, ο Θεόδωρος, επίσκοπος Πάφου.

Ήταν εποχή πείνας και ένα φτωχός γεωργός έχοντας πολλή ανάγκη από τρόφιμα για την οικογένεια του κατέφυγε σε έναν πλούσιο έμπορο και του ζητούσε βοήθεια. Ο έμπορος όμως είχε μαζεμένες σοδιές και τρόφιμα και, σκοπεύοντας να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, ζήτησε αρκετά χρήματα. Πονεμένος και πικραμένος ο φτωχός κατέφυγες στον Άγιο, που τον παρηγόρησε λέγοντάς του « Αύριο το σπίτι σου θα γεμίσει φαγητά».

Το βράδυ καταρρακτώδης βροχή κατακρήμνισε την πρόχειρη αποθήκη του πλουσίου, τα αποθηκευμένα τρόφιμα παρασύρθηκαν στο δρόμο και οι φτωχοί και οι πεινασμένοι, ανάμεσα τους και ο φτωχός γεωργός, πήραν όσα χρειάζονταν. Ο φιλάργυρος έμπορος, παρά το πάθημα του, δυστυχώς δε διορθώθηκε, ούτε μετανόησε. Έμεινε στη σκληροκαρδία του.

Ο θείος Σπυρίδων, σαν αληθινός άνθρωπος, ήταν κυρίαρχος στη φύση, όπως πρέπει στον άνθρωπο. Κυρίαρχος, μα όχι δυνάστης, όπως είναι ο εμπαθής, που στην ουσία είναι δούλος των φυσικών αναγκών του, αφού τις υπηρετεί αντί να τον υπηρετούν. Ελεύθερος ως προς τη φύση, χωρίς να παύσει να είναι ταπεινός και ελεήμονας σε αυτή. Μα και η φύση, όπως και τα ζώα, σε αυτού του είδους την κυριαρχία «βρίσκουν τον εαυτό τους» και πρόθυμα υπηρετούν τον «εν Χριστώ» άνθρωπο. Ο βιογράφος του μας διασώζει ένα ιστορικό με τον ίδιο πλούσιο έμπορο που αναφέρθηκε προηγουμένως.

Ένας φτωχός του ζήτησε τρόφιμα και σπόρους με την υπόσχεση να τα επιστρέψει έντοκα μετά το θέρισμα. Ο πλούσιος απαιτούσε ενέχυρο για να εξασφαλίσει και ο φτωχός κατέφυγε κλαίοντας στον άγιο Επίσκοπο. Ο άγιος ελεήμονας προς τους φτωχούς και πονεμένους δεν άφησε τον πλησίον του απαρηγόρητο. Προσευχήθηκε και μετάβαλε ένα φίδι σε χρυσό κόσμημα. Την επόμενη μέρα το έδωσε στο φτωχό που δίνοντας το για ενέχυρο, πήρε τα χρειαζόμενα. Με την ευλογία του άγιου τα χωράφια του φτωχού γέμισαν καρπό. Ο φτωχός ξόφλησε το χρέος του και επέστρεψε το χρυσό κόσμημα στον Άγιο που μπροστά στον έκπληκτο γεωργό το ευλόγησε κι έγινε ξανά φίδι.

Ήταν ο Άγιος Σπυρίδων και έξοχος παιδαγωγός. Παιδαγωγούσε με την προσευχή και τα θαύματα του με τρόπο λεπτό, αλλά αποτελεσματικό. Στην Ερυθρά, κωμόπολη ένα κενόδοξο και παρήκοο διάκο και τον άφησε άλαλο. Ο Άγιος τον παρακάλεσε να ψέλνει πιο σύντομα στον εσπερινό, γιατί είχε κάπου να πάει. Ο διάκος θέλοντας να επιδείξει την ωραία φωνή του την αργόσερνε, ώσπου ξάφνου δεν μπορούσε πια να μιλήσει. Ήταν ο σωφρονισμός του Θεού. Τρομαγμένος ο διάκος ζητά τη συγχώρηση και την ευσπλαχνία του Αγίου. Ο θείος Σπυρίδων προσευχήθηκε και η φωνή ξαναγύρισε. Για να ταπεινωθεί όμως, έμεινε για λίγο καιρό βραχνός.

Ο χαριτωμένος τρόπος, που ο Θεός σωφρόνιζε αυτούς που ο θείος Σπυρίδων απέφευγε να τιμωρήσει, δεν οφειλόταν παρά στην ευσπλαχνία του Αγίου. Η φιλοκτημοσύνη, ένα από τα πιο ισχυρά πάθη που κρατούν τον νου μας αιχμαλωτισμένο στη γη, είχε νικηθεί από τον Άγιο Σπυρίδωνα. Ο νους του ελευθερωμένος από την προσκόλληση ζούσε τα γήινα με την καθαρότητα του ουρανού. Ζούσε και στον ουρανό μεταφέροντας τον πόνο της γης στον Τριαδικό Θεό για να τον ελαφρώσει.

Σε αυτό τον ουρανό, τη Βασιλεία του Θεού, ποθούσε ο Άγιος του Θεού να εγκατοικήσει μια για πάντα. Η κηδεία έγινε με τη σεμνότητα που άρμοζε και ο απλοϊκός ποιμένας θάφτηκε στη μάντρα του. Στο ναό της Τριμυθούντος της Κύπρου, αγιάζοντας έτσι το χώμα της πατρίδας του που το σκάλιζε, το πότιζε και το έβρεχε με τον ιδρώτα του, ως τα γεράματα του.

Η εκλογή της αγάπης του Θεού πέρα από κάθε άλλη αγάπη από τον Άγιο Σπυρίδωνα τον έκαμε εκλεκτό του Θεού. Αυτό έχει ήδη γίνει αντιληπτό από την περίπτωση της θεραπείας του γιου του Μ. Κωνσταντίνου, τον Κωνστάντιο, που τον γιάτρεψε από μια βαριά αρρώστια.

Ο Άγιος Σπυρίδων ήταν, όπως όλοι οι Άγιοι, πολίτης της Βασιλείας του Θεού και άφηνε γύρω του το μυστικό της άρωμα. Στο ναό της Τριμυθούντος, όπως σε κάθε ναό της Εκκλησίας μας, σε κάθε λειτουργία και ακολουθία γίνεται ολόκληρο πανηγύρι από τις Ουράνιες Δυνάμεις και τους Αγγέλους. Όντας ένας από αυτούς ο Άγιος Σπυρίδων συνοδευόταν στις ακολουθίες, όταν απουσίαζε ο λαός, από τους Αγγέλους. Μια φορά μάλιστα η αγγελική συνοδεία γινόταν ακουστή μακριά από το ναό και ο φτωχός λαός της Τριμυθούντος δοξολογούσε το Θεό, που τους έστειλε ένα ποιμένα ισάγγελο.

Το χώμα της Κύπρου δέχτηκε το αγιασμένο σώμα του, που μπόλιασε τη γη με την αγιωσύνη του, δίνοντας της την ελπίδα της Αναστάσεως στη δεύτερη ένδοξη Παρουσία του Χριστού μας. Και αυτό το χώμα άφηνε τον αγιασμό να διαπερνά τους πόρους και να σκορπίζεται πλουσιοπάροχα στο φως και τον αέρα. Ο τάφος του έγινε πηγή ιαμάτων, από όπου ανάβλυζε άφθονη η ευλογία, που έτρεφε το φιλόθεο λαό της Κύπρου.

Τη μέρα της γιορτής του Αγίου πλήθος προσκυνητών περνούσαν από την Τριμυθούντα για να χαιρετίσουν τον Άγιο που τους κέρναγε ανάλογα με τη δεκτικότητα τους. Ένας από τους προσκυνητές γεμάτος κατάνυξη  πλησίασε τον τάφο για να προσκυνήσει. Η χάρη του Θεού τον περιτύλιξε με τέτοια δύναμη, που ούτε νε μιλήσει ήθελε, ούτε να φάει, παρά μόνο αισθανόμενος το πνεύμα του έξω από το χρόνο και το χώρο έπλεε από χαρά και έκσταση στην αιωνιότητα της Βασιλείας του Θεού.

Ο Πάφου Θεόδωρος που ήταν εκτιμητός μεταξύ των επισκόπων της Κύπρου ήταν εκείνος που στη γιορτή του Αγιοτάτου Σπυρίδωνα το 655 μ.Χ. εκφώνησε τον πανηγυρικό λόγο προς τιμή του θείου πατρός. Γιατί κάθε χρόνο στις 14 Δεκεμβρίου αρχικά και αργότερα στις 12 του ίδιου μήνα μαζεύονταν ανάμεσα στο πλήθος του λαού όλοι οι Επίσκοποι της Κύπρου και συλλειτουργούσαν, αναπέμποντας τη δοξολογία της Εκκλησίας της Κύπρου στον απειράγαθο Θεό για το μεγάλο πρέσβυ, που της χάρισε στο θρόνο της βασιλείας του. Χωρικοί από όλα τα μέρη του νησιού, έφερναν από μακριά τα ζώα, τα οπωρικά, τα φρούτα, την πραμάτια τους γενικά γύρω από το ναό.

Ενώ όμως η κυπριακή γη κράτησε το αγιασμένο λείψανο άφθορο να μοσχομυρίζει στα σπλάχνα της, ήλθε ο καιρός, τα τέλη του Ζ’ αιώνα, το ιερό σκήνωμα να αγιάσει και άλλους τόπους. Οι επιδρομές των Αράβων απειλούσαν τον ολοκληρωτικό αφανισμό των Κυπρίων τόσο που ο Ιουστινιανός, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, μετανάστευσε τον πληθυσμό της Κύπρου στον Ελληνισμό. Το ιερό λείψανο για να ασφαλιστεί μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτό από τους Βυζαντινούς σαν ιδιαίτερη ευλογία από το Θεό.

Στην Κύπρο ο ναός της Τριμυθούντος έγινε τελικά Μοναστήρι, ενώ στην Κέρκυρα η θεία οικονομία σχεδίαζε την προστασία του νησιού αυτού από τα δόγματα των Λατίνων κατακτητών του. Το θείο σκήνωμα αφέθηκε για προσκύνημα σε έναν από τους ναούς του νησιού, ενώ τα πάμπολλα θαύματα που φανέρωναν τη δόξα του Αγίου Σπυρίδωνα στο θρόνο του Θεού ώθησαν το λαό να κτίσει με τα υστερήματα του το μεγαλόπρεπο ναό προς τιμή του Αγίου που βλέπουμε σήμερα.   

Με τα θαύματα του ο Άγιος Σπυρίδων εκδήλωνε την αγάπη του για το λαό του Θεού. Αγάπη γεμάτη πόνο για τις θλίψεις και τα βάσανα όλου του κόσμου. Ελεήμονας, φιλόστοργος και φιλάνθρωπος ο Άγιος Σπυρίδων θεράπευσε και θεραπεύει, εισάκουσε και εισακούει τον πόνο κάθε ανθρώπου. Τα θαύματα ο Άγιος του Θεού δεν τα ενεργούσε για να επιδειχτεί και να γίνει θαυμαστή η θεία παντοδυναμία, αλλά γιατί ο ανθρώπινος πόνος αγιάτρευτος από τις ανθρώπινες προσπάθειες γιατρευόταν μόνο με τη χάρη του Θεού.

Οι Άγιοι του Θεού, όπως ο φτωχός και ο ταπεινός Σπυρίδων, μέσα στο φως της Θεότητας που τους γεμίζει, βλέπουν συνεχώς σε μεγαλύτερο βάθος την έκταση της αμαρτωλότητάς τους και απελπισμένοι από τη δική τους αδυναμία προσφεύγουν με όλη την ελπίδα τους στο Θεό που τον αισθάνονται όλο και περισσότερο Πατέρας μας.

Η μίμηση του φιλόθεου Σπυρίδωνα δεν έγκειται στο να φτάσουμε να θαυματουργούμε μια μέρα και να δοξαστούμε από το Θεό και τους ανθρώπους. Αυτό δεν εξαρτάται καθόλου από μας και θα ήταν εγωιστικό να το επιζητούμε. Μπορούμε όμως να μιμηθούμε τον Άγιο ως προς τη ζωή του, που είχε σαν κύριο γνώρισμα την αγάπη του προς τον πλησίον, με όλες τις αδυναμίες και τα πάθη του.

Βίοι Αγίων, Ο Άγιος Σπυρίδων, Ορθόδοξο Ίδρυμα «Ο Απόστολος Βαρνάβας», Πηγή: http://www.romiosini.org.gr/E85F5DE1.el.aspx

Ο Άγιος Σπυρίδωνας «φτάνει» στην Κέρκυρα

Πηγή: https://www.kerkyrainfo.gr/nomoskerkyras/agiosspyridonas/index.html

Όταν οι Σαρακηνοί πάτησαν το νησί της Κύπρου πιστοί άνοιξαν τον τάφο του Άγιου Σπυρίδωνα, προκειμένου να μεταφέρουν τα οστά του στην Κωνσταντινούπολη με σκοπό να τα γλιτώσουν από τα χέρια των απίστων. Με έκπληξη όμως διαπίστωσαν ότι το σκήνωμα του Αγίου διατηρείτο άθικτο ενώ ο τάφος του μοσχοβολούσε βασιλικό.

Το ιερό λείψανο μεταφέρθηκε στη Βασιλεύουσα όπου και παρέμεινε μέχρι το 1456. Τότε, τρία χρόνια μετά την Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς, ένας πρεσβύτερος, κερκυραϊκής καταγωγής, ο πάτερ Γεώργιος Καλοχαιρέτης, έκρυψε το ιερό σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνα καθώς και της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, μέσα σ’ ένα καλάθι και αφού τα σκέπασε με χόρτα, τα φυγάδευσε από την τουρκεμένη Κωνσταντινούπολη.

Διασχίζοντας με μεγάλο κίνδυνο τη Θράκη, τη Μακεδονία και την Ήπειρο έφτασε στην Κέρκυρα. Τα ιερά λείψανα, που τοποθετήθηκαν αρχικά στο ναό του Αγίου Αθανασίου, τα κληρονόμησαν οι τρεις γιοί του του Καλοχαιρέτη, Μάρκος, Λουκάς και Φίλιππος. Το μερίδιο του ο Μάρκος, το σκήνωμα της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, το δώρισε το 1483 στο λαό της Κέρκυρας. Οι κληρονόμοι του λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνα προσπάθησαν να μεταφέρουν το άγιο λείψανο εκτός της Κέρκυρας αλλά συνάντησαν τη σθεναρή αντίσταση των Κερκυραίων και εγκατέλειψαν το σχέδιο τους. Εν τέλει μεταβίβασαν τα δικαιώματα τους στην κόρη του Φιλίππου, Ασημίνα.

Το λείψανο πέρασε τελικά στην ιδιοκτησία της οικογένειας Βούλγαρη, ως προίκα της Ασημίνας, όταν παντρεύτηκε το Σταματέλλο Βούλγαρη το 1520. Από τότε και για τέσσερις αιώνες έως το 1925, βρισκόταν στην κυριότητα της οικογένειας. Αρχικά και μέχρι το 1528 το λείψανο μεταφέρθηκε στον καθεδρικό ναό του Ταξιάρχου Μιχαήλ στο Καμπιέλο. Το 1528 ο Σταματέλλος Βούλγαρης το μετέφερε στο ναό, που έχτισε η οικογένεια προς τιμήν του Αγίου στο προάστιο του Σαρόκκου (Αγίου Ρόκκου). Ωστόσο το 1537,κατά τη διάρκεια της πρώτης πολιορκίας της Κέρκυρας από τους Τούρκους, το σκήνωμα μεταφέρθηκε για ασφάλεια στο ναό των Αγίων Αναργύρων στο Παλαιό Φρούριο και επέστρεψε μετά τη λύση της πολιορκίας.

Το 1577 αποφασίστηκε η κατεδάφιση του ναού, καθώς έπρεπε να επεκταθούν τα τείχη. Το λείψανο μεταφέρθηκε προσωρινά και πάλι στο ναό του Αγίου Νικολάου των Ξένων στη Γαρίτσα, μέχρι και το 1589, οπότε και πραγματοποιήθηκαν τα θυρανοίξια του σημερινού ναού, η ολοκλήρωση του οποίου έγινε περίπου το 1594, και παραμένει εκεί μέχρι και σήμερα.

Το 1967 ο ιερός ναός του Αγίου Σπυρίδωνος της Κέρκυρας αναγνωρίστηκε επισήμως ως ίδιον Ν.Π.Δ.Δ με Προεδρικό Διάταγμα, υπό την επωνυμία «Ιερόν Προσκύνημα Αγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας».

Ναός του Αγίου Σπυρίδωνα

Ο ναός του Αγίου Σπυρίδωνα, ένα από τα σημαντικότερα μεταβυζαντινά μνημεία της πόλης της Κέρκυρας, αποτελεί πόλο έλξης για τους επισκέπτες της πόλης και του νησιού. Φτάνεται εύκολα, καθώς περιδιαβαίνοντας την Παλιά Πόλη και την οδό Νικηφόρου Θεοτόκη, ενώ έχετε αφήσει πίσω σας το Λιστόν, βλέπετε στα δεξιά σας να ανοίγεται η ομώνυμη πλατεία με τον Ιερό Ναό να δεσπόζει στο βάθος.

Πρόκειται για ένα απλό κτίσμα εξωτερικά. Μονόκλιτη ξυλόστεγη επτανησιακού βασιλικού ρυθμού, κτητορική άλλοτε της οικογένειας Βούλγαρη, που είχε στην κατοχή της και το σκήνωμα του Αγίου, προσομοιάζει περισσότερο με τους χριστιανικούς ναούς της Δύσης παρά της Ανατολής, καθώς της λείπουν τα αυστηρά βυζαντινά πρότυπα, που απαντώνται στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Πρόκειται για ένα γεγονός που εξηγείται πολύ εύκολα καθώς η Κέρκυρα υπήρξε επί αιώνες βενετοκρατούμενη και δεν γνώρισε τον οθωμανικό ζυγό, χαρακτηριστικό όλων των Επτανήσων, που δέχτηκαν έτσι απρόσκοπτα τις επιδράσεις της Ιταλικής Αναγέννησης και κατά συνέπεια της Τέχνης του 17ου αιώνα.

Το σχήμα της λοιπόν είναι μακρόστενο και χαμηλοτάβανο όπως σε όλες τις εκκλησίες των νησιών του Ιονίου, με εντυπωσιακό πυργοειδές καμπαναριό, το οποίο μοιάζει εξαιρετικά με το καμπαναριό της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία(San Giorgio dei Greci), με τις οποίες χτίστηκαν την ίδια περίπου εποχή.

Όταν διαβείτε την είσοδο το βλέμμα σας θα παγιδεύσει η «ουρανία», η οροφή της εκκλησίας, που αποτελείται από 17 χρυσοποίκιλτα φατνώματα, στα οποία αναπαριστώνται σκηνές τόσο από τη ζωή του Αϊ-Σπυρίδωνα όσο και από τα Ευαγγέλια.

Τα πλαίσια των φατνωμάτων είναι τα αυθεντικά ενώ οι τοιχογραφίες είναι αντίγραφα των αρχικών, που είχε φιλοτεχνήσει ο Παναγιώτης Δοξαράς το 1727. Τις τοιχογραφίες, οι οποίες καταστράφηκαν από την υγρασία, αντικατέστησε κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα ο Ασπιώτης.

Το μαρμάρινο τέμπλο του ναού, που σχεδόν αγγίζει την «ουρανία», έργο του αρχών του 20ου αιώνα, είναι ένα ακόμα χαρακτηριστικό της επτανησιακής αρχιτεκτονικής. Να σημειωθεί εδώ ότι το παλιό λίθινο τέμπλο της εκκλησίας μεταφέρθηκε στο ναό του Αγίου Γεωργίου Π. Φρουρίου, μια εκκλησία που κουβαλά τη δική της ιστορία.

Το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνα φυλάσσεται σε μία αργυρή πολυτελή λάρνακα, έργο του 19ου αιώνα, που βρίσκεται τοποθετημένη στα δεξιά του Ιερού.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η αρχική εκκλησία ήταν χτισμένη στο Σαρόκκο αλλά κρίθηκε επιβεβλημένη η κατεδάφιση της για την επέκταση των τειχών του φρουρίου. Ο σημερινός ναός χτίστηκε το 1589.

και από εδώ: https://www.imkifissias.gr/index.php/keimena-orthodoksias/241-gios-spyridonas

Τό Σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος λιτανεύεται στήν Κέρκυρα κάθε χρόνο τέσσερις φορές:

1. Τήν Κυριακή τῶν Βαΐων εἰς ἀνάμνηση θαύματος γιά τήν ἀπαλλαγή τῶν κατοίκων ἀπό τήν πανώλη, τό 1629.
2. Τό Μεγάλο Σάββατο εἰς ἀνάμνηση θαύματος γιά τή διάσωση τῆς Κέρκυρας ἀπό δεινή σιτοδεία, τό 1533.
3. Τήν 11η Αὐγούστου εἰς ἀνάμνηση θαύματος πού συνδέεται μέ τή διάσωση τῆς Κέρκυρας ἀπό τήν τρομερή ἐπιδρομή τῶν Τούρκων τό 1716.
4. Τήν πρώτη Κυριακή τοῦ Νοεμβρίου εἰς ἀνάμνηση θαύματος γιά τή διάσωση τῶν κατοίκων ἀπό μία δεύτερη ἐπιδημία πανώλης, τό 1673.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου γιορτάζεται στίς 12 Δεκεμβρίου.

Ἡ ἐκκλησία, ἡ ὁποία στεγάζει σήμερα τό σεπτό Σκήνωμα τοῦ Ἁγίου, κτίστηκε στά 1589 καί ἀνήκει στό ρυθμό τῆς μονόκλιτης βασιλικῆς. Τό ψηλό καί πυργωτό καμπαναριό, ὡς συμπλήρωμα τῆς ἐκκλησίας, κτίστηκε τό 1620. Τό σημερινό τέμπλο τοῦ Ναοῦ, καμωμένο ἀπό μάρμαρο τῆς Πάρου, κατασκευάστηκε τό 1864 καί εἶναι ἔργο τοῦ Αὐστριακοῦ ἀρχιτέκτονα Μάουερς. Ἡ οὐρανία εἶναι ζωγραφισμένη ἀπό τόν κερκυραῖο ζωγράφο Νικόλαο Ἀσπιώτη τό 1852, ἐνῶ οἱ εἰκόνες τοῦ τέμπλου εἶναι φτιαγμένες ἀπό τόν ἐπίσης κερκυραῖο ζωγράφο, Σπῦρο Προσαλένδη. Ἡ σημερινή μεγαλόπρεπη λάρνακα φτιάχτηκε στή Βιέννη τό 1867. Εἶναι ἀπό σκληρό, πολυτελές ξύλο μέ ἐξωτερική ἀσημένια ἐπένδυση. Βρίσκεται τοποθετημένη μέσα στήν κρύπτη, ἡ ὁποία δημιουργήθηκε εἰδικά γιά νά δεχθεῖ τό ἱερό λείψανο τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα, ὁ ὁποῖος γαλήνιος καί σεμνός, τείνει πάντοτε «εὐήκοον οὗς», ὄχι μόνο πρός τούς Κερκυραίους ἀλλά καί πρός τούς χιλιάδες ξένους ἐπισκέπτες, οἱ ὁποῖοι εὐλαβικά ζητοῦν καταφύγιο στή χάρη του.


Τροπάρια τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα

Ἀπολυτίκιο (Ἦχος α΄)

Τῆς συνόδου τῆς πρώτης ἀνεδείχθεις
ὑπέρμαχος καί θαυματουργός
Θεοφόρε Σπυρίδων, πατήρ ἡμῶν,
διό νεκρά σύ ἐν τάφω προσφωνείς
καί ὅφιν εἰς χρυσούν μετέβαλες,
καί ἐν τῶ μέλπειν τάς ἁγίας σου εὐχάς
ἀγγέλους ἕσχες συλλειτουργούντας σοι, Ἱερώτατε.
Δόξα τῶ σέ δοξάσαντι, δόξα τῶ σέ στεφανώσαντι,
Δόξα τῶ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ίάματα.

Κοντάκιο (Ἦχος β΄)

Τῶ πόθω Χριστοῦ τρωθείς, Ἱερώτατε
τόν νοῦν πτερωθείς, τῆ αἴγλη τοῦ Πνεύματος,
πρακτική θεωρία τήν πράξιν εὖρες, Θεόπνευστε,
θυσιαστήριον θεῖον γενόμενος
αἰτούμενος πάσι θείαν Ἔλλαψιν

Μεγαλυνάριον  

Χαῑρε Τριμυθοῦντος ἡ καλλονή,
χαίροις Κερκυραίων ὁ σοφώτατος ἰατρός
χαίροις τῆς Τριάδος ὁ θεῖος μυστολέκτης,
Πατέρων μέγα κλέος, Σπυρίδων Ἅγιε.

Ο Άγιος Σπυρίδωνας είναι Πολιούχος του Πειραιά, της Κέρκυρας, της Ελαφονήσου, Κισάμου Χανίων, Φρύ Κάσου και της Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου.